μητρώνυμο: Difference between revisions

From LSJ

Εἷς ἐστι δοῦλος οἰκίας ὁ δεσπότης → Unus familiae servus ipse adeo est herus → Nur einen Sklaven gibt's allein im Haus, den Herrn

Menander, Monostichoi, 168
(25)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br />το όνομα της μητέρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μήτηρ]], <i>μητρός</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ώνυμο</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὄνυμα]] αιολ. τ. του <i>όνομα</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>πατρ</i>-<i>ώνυμο</i>].
|mltxt=το<br />το όνομα της μητέρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μήτηρ]], <i>μητρός</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ώνυμο</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὄνυμα]] αιολ. τ. του <i>όνομα</i>), [[πρβλ]]. <i>πατρ</i>-<i>ώνυμο</i>].
}}
}}

Revision as of 15:15, 23 August 2021

Greek Monolingual

το
το όνομα της μητέρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μήτηρ, μητρός + -ώνυμο (< ὄνυμα αιολ. τ. του όνομα), πρβλ. πατρ-ώνυμο].