Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μουγγαμάρα: Difference between revisions

From LSJ

Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.

Sophocles, Antigone, 523
(25)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br /><b>1.</b> το χαρακτηριστικό [[γνώρισμα]] και η [[κατάσταση]] του μουγγού, το να μη μπορεί [[κανείς]] να μιλήσει, [[βουβαμάρα]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> παρατεταμένη και αμήχανη [[σιωπή]] («τί [[μουγγαμάρα]] [[είναι]] αυτή που σέ έπιασε [[σήμερα]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μουγγός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[αμάρα]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βουβ</i>-[[αμάρα]], <i>κουτ</i>-[[αμάρα]])].
|mltxt=η<br /><b>1.</b> το χαρακτηριστικό [[γνώρισμα]] και η [[κατάσταση]] του μουγγού, το να μη μπορεί [[κανείς]] να μιλήσει, [[βουβαμάρα]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> παρατεταμένη και αμήχανη [[σιωπή]] («τί [[μουγγαμάρα]] [[είναι]] αυτή που σέ έπιασε [[σήμερα]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μουγγός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[αμάρα]] ([[πρβλ]]. <i>βουβ</i>-[[αμάρα]], <i>κουτ</i>-[[αμάρα]])].
}}
}}

Revision as of 15:25, 23 August 2021

Greek Monolingual

η
1. το χαρακτηριστικό γνώρισμα και η κατάσταση του μουγγού, το να μη μπορεί κανείς να μιλήσει, βουβαμάρα
2. μτφ. παρατεταμένη και αμήχανη σιωπή («τί μουγγαμάρα είναι αυτή που σέ έπιασε σήμερα»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μουγγός + κατάλ. -αμάρα (πρβλ. βουβ-αμάρα, κουτ-αμάρα)].