χρονομέτρης: Difference between revisions

From LSJ

Νόμιζε γήμας δοῦλος εἶναι διὰ βίου → Uxore ducta vivere ut servus para → Nimm eine Frau und sei ihr Knecht ein Leben lang

Menander, Monostichoi, 382
(47b)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, Ν<br />([[ιδίως]] σχετικά με αθλητικά αγωνίσματα) [[ειδικός]] που μετρά την ακριβή χρονική [[διάρκεια]] μιας ενέργειας με [[χρονόμετρο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χρόνος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>μέτρης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μέτρο]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>γεω</i>-<i>μέτρης</i>. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην [[εφημερίδα]] <i>Ακρόπολις</i>].
|mltxt=ο, Ν<br />([[ιδίως]] σχετικά με αθλητικά αγωνίσματα) [[ειδικός]] που μετρά την ακριβή χρονική [[διάρκεια]] μιας ενέργειας με [[χρονόμετρο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χρόνος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>μέτρης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μέτρο]]), [[πρβλ]]. <i>γεω</i>-<i>μέτρης</i>. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην [[εφημερίδα]] <i>Ακρόπολις</i>].
}}
}}

Latest revision as of 15:26, 23 August 2021

Greek Monolingual

ο, Ν
(ιδίως σχετικά με αθλητικά αγωνίσματα) ειδικός που μετρά την ακριβή χρονική διάρκεια μιας ενέργειας με χρονόμετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρόνος + -μέτρης (< μέτρο), πρβλ. γεω-μέτρης. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ακρόπολις].