συγκαλώ: Difference between revisions
From LSJ
κῆπος κεκλεισμένος, ἀδελφή μου νύμφη, κῆπος κεκλεισμένος, πηγὴ ἐσφραγισμένη (Song of Solomon 4:12) → A garden locked is my sister bride, a garden locked, a fountain sealed (LXX) | A garden enclosed is my sister, my spouse; a spring shut up, a fountain sealed (KJV)
m (Text replacement - "τοῑς" to "τοῖς") |
m (Text replacement - "αὐτοῡ" to "αὐτοῦ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=συγκαλῶ, -έω, ΝΜΑ [[καλῶ]]<br />[[καλώ]] [[πολλά]] άτομα συγχρόνως σε ορισμένο χώρο για [[σύσκεψη]] και [[λήψη]] αποφάσεων (α. «ο [[πρόεδρος]] συγκαλεί τα [[μέλη]] του συμβουλίου σε έκτακτη [[συνεδρίαση]]» β. «ὁ Κῡρος συνεκάλεσε Περσέων τοὺς πρώτους», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[προσκαλώ]] κάποιον [[μαζί]] με άλλους σε [[συμπόσιο]] («συνεκάλεσε δὲ αὐτοῖς καὶ Ἀρτάβαζον τὸν Μήδον», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> <b>μέσ.</b> <i>συγκαλοῦμαι</i>, -<i>έομαι</i><br />[[καλώ]] κάποιον να έλθει [[κοντά]] μου («συγκαλεσάμενος δὲ τοὺς [[δώδεκα]] μαθητὰς | |mltxt=συγκαλῶ, -έω, ΝΜΑ [[καλῶ]]<br />[[καλώ]] [[πολλά]] άτομα συγχρόνως σε ορισμένο χώρο για [[σύσκεψη]] και [[λήψη]] αποφάσεων (α. «ο [[πρόεδρος]] συγκαλεί τα [[μέλη]] του συμβουλίου σε έκτακτη [[συνεδρίαση]]» β. «ὁ Κῡρος συνεκάλεσε Περσέων τοὺς πρώτους», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[προσκαλώ]] κάποιον [[μαζί]] με άλλους σε [[συμπόσιο]] («συνεκάλεσε δὲ αὐτοῖς καὶ Ἀρτάβαζον τὸν Μήδον», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> <b>μέσ.</b> <i>συγκαλοῦμαι</i>, -<i>έομαι</i><br />[[καλώ]] κάποιον να έλθει [[κοντά]] μου («συγκαλεσάμενος δὲ τοὺς [[δώδεκα]] μαθητὰς αὐτοῦ», ΚΔ). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 19:15, 1 January 2022
Greek Monolingual
συγκαλῶ, -έω, ΝΜΑ καλῶ
καλώ πολλά άτομα συγχρόνως σε ορισμένο χώρο για σύσκεψη και λήψη αποφάσεων (α. «ο πρόεδρος συγκαλεί τα μέλη του συμβουλίου σε έκτακτη συνεδρίαση» β. «ὁ Κῡρος συνεκάλεσε Περσέων τοὺς πρώτους», Ηρόδ.)
αρχ.
1. προσκαλώ κάποιον μαζί με άλλους σε συμπόσιο («συνεκάλεσε δὲ αὐτοῖς καὶ Ἀρτάβαζον τὸν Μήδον», Ξεν.)
2. μέσ. συγκαλοῦμαι, -έομαι
καλώ κάποιον να έλθει κοντά μου («συγκαλεσάμενος δὲ τοὺς δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ», ΚΔ).