προσκυνητέος: Difference between revisions

From LSJ

Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Euripides, Suppliants, 968
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=proskyniteos
|Transliteration C=proskyniteos
|Beta Code=proskunhte/os
|Beta Code=proskunhte/os
|Definition=α, ον, [[to be worshipped]], [[worshipful]], [[to be venerated ]], [[to be adored]], [[worthy of veneration]], [[venerable]], in fem.= [[adoranda]], Gloss. See also [[προσκυνητός]].
|Definition=α, ον, [[to be worshipped]], [[worshipful]], [[to be venerated]], [[to be adored]], [[worthy of veneration]], [[venerable]], in fem.= [[adoranda]], Gloss. See also [[προσκυνητός]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προσκῠνητέος''': -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ., ὃν δεῖ προσκυνεῖν, καὶ προσκυνητέον, δεῖ προσκυνεῖν, Ἀθαν. τ. 2, σ. 229, Ὠριγ. κ. Κέλσ. σ. 245, Μαξίμ. Πλαν. Μετάφρ. Ὀβιδ. Μεταμορφ. 11. 392, Θεόδ. Στουδ. 80C, 506C, κτλ.
|lstext='''προσκῠνητέος''': -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ., ὃν δεῖ προσκυνεῖν, καὶ προσκυνητέον, δεῖ προσκυνεῖν, Ἀθαν. τ. 2, σ. 229, Ὠριγ. κ. Κέλσ. σ. 245, Μαξίμ. Πλαν. Μετάφρ. Ὀβιδ. Μεταμορφ. 11. 392, Θεόδ. Στουδ. 80C, 506C, κτλ.
}}
}}

Revision as of 02:38, 4 January 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσκῠνητέος Medium diacritics: προσκυνητέος Low diacritics: προσκυνητέος Capitals: ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΕΟΣ
Transliteration A: proskynētéos Transliteration B: proskynēteos Transliteration C: proskyniteos Beta Code: proskunhte/os

English (LSJ)

α, ον, to be worshipped, worshipful, to be venerated, to be adored, worthy of veneration, venerable, in fem.= adoranda, Gloss. See also προσκυνητός.

Greek (Liddell-Scott)

προσκῠνητέος: -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ., ὃν δεῖ προσκυνεῖν, καὶ προσκυνητέον, δεῖ προσκυνεῖν, Ἀθαν. τ. 2, σ. 229, Ὠριγ. κ. Κέλσ. σ. 245, Μαξίμ. Πλαν. Μετάφρ. Ὀβιδ. Μεταμορφ. 11. 392, Θεόδ. Στουδ. 80C, 506C, κτλ.