Φλειάσιος: Difference between revisions
From LSJ
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur
m (LSJ2 replacement) |
m (Text replacement - "v. l." to "v.l.") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''Φλειάσιος:''' v. l. = [[Φλιάσιος]] I и II. | |elrutext='''Φλειάσιος:''' [[varia lectio|v.l.]] = [[Φλιάσιος]] I и II. | ||
}} | }} |
Revision as of 11:42, 9 January 2022
English (LSJ)
v. sub Φλειοῦς.
French (Bailly abrégé)
α, ον :
mieux que Φλιάσιος;
de Phliunte ; ἡ Φλιασία le territoire de Phliunte.
Étymologie: Φλειοῦς.
Greek Monolingual
και Φλιάσιος και ιων. τ. Φλειήσιος, ὁ, Α
Φλειοῡς.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Φλειοῦς + κατάλ. -άσιος / -ήσιος (πρβλ. θρι-άσιος, Ἰθακ-ήσιος)].