ἀμπελωργικός: Difference between revisions

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
m (LSJ2 replacement)
m (Text replacement - "Ἡρακλ" to "Ἡρακλ")
 
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμπελωργικός''': -ά, -όν, Δωρ. ἀντὶ -ουργικός, [[ἐπιτήδειος]] πρὸς αὔξησιν [[ἀμπέλων]], Πίν. [[Ἡρακλ]]. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 5775. 43.
|lstext='''ἀμπελωργικός''': -ά, -όν, Δωρ. ἀντὶ -ουργικός, [[ἐπιτήδειος]] πρὸς αὔξησιν [[ἀμπέλων]], Πίν. Ἡρακλ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 5775. 43.
}}
}}

Latest revision as of 17:00, 14 January 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμπελωργικός Medium diacritics: ἀμπελωργικός Low diacritics: αμπελωργικός Capitals: ΑΜΠΕΛΩΡΓΙΚΟΣ
Transliteration A: ampelōrgikós Transliteration B: ampelōrgikos Transliteration C: ampelorgikos Beta Code: a)mpelwrgiko/s

English (LSJ)

Doric for ἀμπελουργικός.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμπελωργικός: -ά, -όν, Δωρ. ἀντὶ -ουργικός, ἐπιτήδειος πρὸς αὔξησιν ἀμπέλων, Πίν. Ἡρακλ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 5775. 43.