ισόθρους: Difference between revisions

From LSJ

φοβοῦ τὸ γῆρας, οὐ γὰρ ἔρχεται μόνον → fear old age, for it never comes alone

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἰσόθρους, -ουν και -οος, -οον (Α)<br />αυτός που ηχεί με τον ίδιο τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[θρους]] (<span style="color: red;"><</span> <i>θροῡς</i>), [[πρβλ]]. <i>ηδύ</i>-[[θρους]], [[κακό]]-[[θρους]]].
|mltxt=ἰσόθρους, -ουν και -οος, -οον (Α)<br />αυτός που ηχεί με τον ίδιο τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[θρους]] (<span style="color: red;"><</span> <i>θροῦς</i>), [[πρβλ]]. <i>ηδύ</i>-[[θρους]], [[κακό]]-[[θρους]]].
}}
}}

Latest revision as of 20:05, 13 June 2022

Greek Monolingual

ἰσόθρους, -ουν και -οος, -οον (Α)
αυτός που ηχεί με τον ίδιο τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο)- + -θρους (< θροῦς), πρβλ. ηδύ-θρους, κακό-θρους].