πλακουντώδης: Difference between revisions

From LSJ
m (Text replacement - "οῡν" to "οῦν ")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ῶδες, Α [[πλακοῡς</i>, -<i>οῦν
|mltxt=-ῶδες, Α [[πλακοῦς</i>, -<i>οῦν
τος]]<br />ο όμοιος με πλακούντα, αυτός που έχει το [[σχήμα]] πλακούντα.
τος]]<br />ο όμοιος με πλακούντα, αυτός που έχει το [[σχήμα]] πλακούντα.
}}
}}

Revision as of 20:23, 13 June 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλᾰκουντώδης Medium diacritics: πλακουντώδης Low diacritics: πλακουντώδης Capitals: ΠΛΑΚΟΥΝΤΩΔΗΣ
Transliteration A: plakountṓdēs Transliteration B: plakountōdēs Transliteration C: plakountodis Beta Code: plakountw/dhs

English (LSJ)

ες, A like a cake, Thphr.HP4.10.4, Ath.14.646c.

German (Pape)

[Seite 624] ες, kuchenartig, Schol. Ar. Ach. 246; Ath. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

πλᾰκουντώδης: -ες, ὅμοιος πλακοῦντι, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 10, 4, Ἀθήν. 646C.

Greek Monolingual

-ῶδες, Α [[πλακοῦς, -οῦν τος]]
ο όμοιος με πλακούντα, αυτός που έχει το σχήμα πλακούντα.