ἀπόκλεισμα: Difference between revisions

From LSJ

ζέσιν τοῦ περὶ καρδίαν αἵματος καὶ θερμοῦ → surging of the blood and heat round the heart

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - " LXX " to " LXX ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[cepo]] δώσεις αὐτὸν εἰς τὸ [[ἀπόκλεισμα]] LXX <i>Ie</i>.36.26, cf. Hsch.
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[cepo]] δώσεις αὐτὸν εἰς τὸ [[ἀπόκλεισμα]] [[LXX]] <i>Ie</i>.36.26, cf. Hsch.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀπόκλεισμα]], το (AM)<br />το [[χαράκωμα]]<br /><b>μσν.</b><br />η [[πολιορκία]].
|mltxt=[[ἀπόκλεισμα]], το (AM)<br />το [[χαράκωμα]]<br /><b>μσν.</b><br />η [[πολιορκία]].
}}
}}

Revision as of 15:55, 20 June 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπόκλεισμα Medium diacritics: ἀπόκλεισμα Low diacritics: απόκλεισμα Capitals: ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΑ
Transliteration A: apókleisma Transliteration B: apokleisma Transliteration C: apokleisma Beta Code: a)po/kleisma

English (LSJ)

ατος, τό, A guard-house, LXX Je.36(29).26.

German (Pape)

[Seite 307] τό, der Verschluß, Verhaft, LXX.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπόκλεισμα: τό, φυλακεῖον, Ἑβδ.· οὕτω καὶ ἀποκλεισμός, οῦ, ὁ, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 4. 7, 20. Ἀκύλας,Ψαλμ. ρμα΄, 8.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
cepo δώσεις αὐτὸν εἰς τὸ ἀπόκλεισμα LXX Ie.36.26, cf. Hsch.

Greek Monolingual

ἀπόκλεισμα, το (AM)
το χαράκωμα
μσν.
η πολιορκία.