ζυγίς: Difference between revisions

From LSJ

Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=zygis
|Transliteration C=zygis
|Beta Code=zugi/s
|Beta Code=zugi/s
|Definition=ίδος, ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> = [[ἕρπυλλος]], Dsc. 3.38, Philin. ap. <span class="bibl">Ath.15.681f</span>.</span>
|Definition=ίδος, ἡ, = [[ἕρπυλλος]], Dsc. 3.38, Philin. ap. <span class="bibl">Ath.15.681f</span>.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 23:30, 23 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζῠγίς Medium diacritics: ζυγίς Low diacritics: ζυγίς Capitals: ΖΥΓΙΣ
Transliteration A: zygís Transliteration B: zygis Transliteration C: zygis Beta Code: zugi/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ, = ἕρπυλλος, Dsc. 3.38, Philin. ap. Ath.15.681f.

German (Pape)

[Seite 1140] ίδος, ἡ, serpyllium silvestre, Ath. XV, 681 f; Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

ζυγίς: -ίδος, ἡ, εἶδος ἀγρίου θύμου, ἕρπυλλος, serpyllum silvestre, Διοσκ. 3. 46, Φιλῖν. παρ’ Ἀθην. 681F.

Greek Monolingual

η (Α ζυγίς, -ίδος) ζυγόν
νεοελλ.
1. είδος του φυτού θύμος
2. ναυτ. στον πληθ. ζυγίδες
ξύλινα τεύχη (τραβέρσες) που τοποθετούνται εγκάρσια στα σκέλη του θωρακίου τόσο στην πρώρα όσο και στην πρύμνη του ιστού, για να υποστηρίζουν το θωράκιο
αρχ.
είδος άγριου θύμου, έρπυλλος.