Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ολκείον: Difference between revisions

From LSJ

Cras amet qui numquam amavit quique amavit cras amet → May he love tomorrow who has never loved before; And may he who has loved, love tomorrow as well.

Pervigilium Veneris
(28)
 
m (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁλκεῑον, δ. γρφ. [[ὁλκίον]], επικ. τ. [[ὁλκήϊον]], τὸ (Α) [[ολκή]]<br /><b>1.</b> το οπίσθιο [[μέρος]] της πρύμνης του πλοίου<br /><b>2.</b> [[μεγάλη]] [[λεκάνη]] [[μέσα]] στην οποία έπλεναν τα ποτήρια.
|mltxt=ὁλκεῖον, δ. γρφ. [[ὁλκίον]], επικ. τ. [[ὁλκήϊον]], τὸ (Α) [[ολκή]]<br /><b>1.</b> το οπίσθιο [[μέρος]] της πρύμνης του πλοίου<br /><b>2.</b> [[μεγάλη]] [[λεκάνη]] [[μέσα]] στην οποία έπλεναν τα ποτήρια.
}}
}}

Latest revision as of 10:22, 24 August 2022

Greek Monolingual

ὁλκεῖον, δ. γρφ. ὁλκίον, επικ. τ. ὁλκήϊον, τὸ (Α) ολκή
1. το οπίσθιο μέρος της πρύμνης του πλοίου
2. μεγάλη λεκάνη μέσα στην οποία έπλεναν τα ποτήρια.