Διθυραμβογενής: Difference between revisions
From LSJ
Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Δῑθῠραμβογενής:''' ὁ (γί-γνομαι), αυτός που γεννήθηκε από το Βάκχο, σε Ανθ. | |lsmtext='''Δῑθῠραμβογενής:''' ὁ (γί-γνομαι), αυτός που γεννήθηκε από το Βάκχο, σε Ανθ. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 08:31, 8 September 2022
English (LSJ)
son of the dithyramb, Bacchus-born, born of Dithyramb; v. διθύραμβος ΙΙ.
Greek (Liddell-Scott)
Δῑθῠραμβογενής: ὁ, πρβλ. διθύραμβος ΙΙ.
Greek Monotonic
Δῑθῠραμβογενής: ὁ (γί-γνομαι), αυτός που γεννήθηκε από το Βάκχο, σε Ανθ.