συγκορύφωσις: Difference between revisions
From LSJ
Πολλοὺς τρέφειν εἴωθε τἀδικήματα → Multos consuevit alere iniuria et nefas → Gar viele sind's, die Unrechttun zu nähren pflegt
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συγκορύφωσις''': ἡ, = [[συγκεφαλαίωσις]]. Θεολογ. Ἀριθμ. σ. 25. | |lstext='''συγκορύφωσις''': ἡ, = [[συγκεφαλαίωσις]]. Θεολογ. Ἀριθμ. σ. 25. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ώσεως, ἡ, Α [[συγκορυφῶ]]<br />[[συγκεφαλαίωση]]. | |mltxt=-ώσεως, ἡ, Α [[συγκορυφῶ]]<br />[[συγκεφαλαίωση]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 19:38, 27 September 2022
English (LSJ)
εως, ἡ,= συγκεφαλαίωσις, ib.25.
German (Pape)
[Seite 969] ἡ, = συγκεφαλαίωσις, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
συγκορύφωσις: ἡ, = συγκεφαλαίωσις. Θεολογ. Ἀριθμ. σ. 25.
Greek Monolingual
-ώσεως, ἡ, Α συγκορυφῶ
συγκεφαλαίωση.