συναρμολόγηση: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
(39)
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
|mltxt=η, Ν<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] του [[συναρμολογώ]], η [[σύνδεση]] επιμέρους τμημάτων για τη [[συγκρότηση]] ενός αρμονικού και ενιαίου συνόλου<br /><b>2.</b> <b>τεχνολ.</b> η [[συναρμογή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συναρμολογώ]]. Η λ., στον λόγιο τ. <i>συναρμολόγησις</i>, μαρτυρείται από το 1848 στον Π. Καλλιγά].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η, Ν<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] του [[συναρμολογώ]], η [[σύνδεση]] επιμέρους τμημάτων για τη [[συγκρότηση]] ενός αρμονικού και ενιαίου συνόλου<br /><b>2.</b> <b>τεχνολ.</b> η [[συναρμογή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συναρμολογώ]]. Η λ., στον λόγιο τ. <i>συναρμολόγησις</i>, μαρτυρείται από το 1848 στον Π. Καλλιγά].
|mltxt=η, Ν<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] του [[συναρμολογώ]], η [[σύνδεση]] επιμέρους τμημάτων για τη [[συγκρότηση]] ενός αρμονικού και ενιαίου συνόλου<br /><b>2.</b> <b>τεχνολ.</b> η [[συναρμογή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συναρμολογώ]]. Η λ., στον λόγιο τ. <i>συναρμολόγησις</i>, μαρτυρείται από το 1848 στον Π. Καλλιγά].
}}
}}

Latest revision as of 20:00, 27 September 2022

Greek Monolingual

η, Ν
1. η ενέργεια του συναρμολογώ, η σύνδεση επιμέρους τμημάτων για τη συγκρότηση ενός αρμονικού και ενιαίου συνόλου
2. τεχνολ. η συναρμογή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συναρμολογώ. Η λ., στον λόγιο τ. συναρμολόγησις, μαρτυρείται από το 1848 στον Π. Καλλιγά].