αὐλωτός: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ δ' ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ → The unexamined life is not worth living

Plato, Apology of Socrates 38a
m (Text replacement - " ," to ",")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=au)lwto/s
|Beta Code=au)lwto/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[furnished with pipes]], φιμοί <span class="bibl">A.<span class="title">Fr.</span>326</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[pipe-shaped]], <span class="bibl">Ath.Mech.24.3</span>.</span>
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[furnished with pipes]], φιμοί <span class="bibl">A.<span class="title">Fr.</span>326</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[pipe-shaped]], <span class="bibl">Ath.Mech.24.3</span>.</span>
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[con adornos tubulares]] φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας (potras) enfrenadas con muserolas con tubos</i> A.<i>Fr</i>.465, cf. Poll.10.56, Hsch.<br /><b class="num">2</b> mec. [[en forma de tubo]] σῶμα αὐλωτόν prob. ref. al cuerpo del ariete, Ath.Mech.24.3.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''αὐλωτός''': -ή, -όν, ὁ ἔχων αὐλούς, «αὐλωτοὶ φιμοί· οἱ κημοί. διὰ τὸ τοῖς κημοῖς κώδωνας προσῆφθαι, εἰς οὓς ἐμφυσῶντες οἱ ἵπποι φωνὴν σάλπιγγος προΐεντο» Ἡσύχ.· - «ἐκαλοῦντο δέ τινες καὶ αὐλωτοὶ φιμοὶ διὰ τὸ κώδωνας ἔχειν προσηρτημένους, οἷς ἐγχρεμετίζοντες οἱ ἵπποι ἦχον ἐποίουν προσόμοιον αὐλῷ» Πολυδ. Ι΄, 56· - ὃς εἶχε πώλους τέσσαρας ζυγηφόρους φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 341· πρβλ. Θήβ. 463, ἴδε δὲ καὶ τὴν λέξιν [[κώδων]].
|lstext='''αὐλωτός''': -ή, -όν, ὁ ἔχων αὐλούς, «αὐλωτοὶ φιμοί· οἱ κημοί. διὰ τὸ τοῖς κημοῖς κώδωνας προσῆφθαι, εἰς οὓς ἐμφυσῶντες οἱ ἵπποι φωνὴν σάλπιγγος προΐεντο» Ἡσύχ.· - «ἐκαλοῦντο δέ τινες καὶ αὐλωτοὶ φιμοὶ διὰ τὸ κώδωνας ἔχειν προσηρτημένους, οἷς ἐγχρεμετίζοντες οἱ ἵπποι ἦχον ἐποίουν προσόμοιον αὐλῷ» Πολυδ. Ι΄, 56· - ὃς εἶχε πώλους τέσσαρας ζυγηφόρους φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 341· πρβλ. Θήβ. 463, ἴδε δὲ καὶ τὴν λέξιν [[κώδων]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br /><b class="num">1</b> [[con adornos tubulares]] φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας (potras) enfrenadas con muserolas con tubos</i> A.<i>Fr</i>.465, cf. Poll.10.56, Hsch.<br /><b class="num">2</b> mec. [[en forma de tubo]] σῶμα αὐλωτόν prob. ref. al cuerpo del ariete, Ath.Mech.24.3.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α [[αὐλωτός]], -ή, -όν) [[αυλός]]<br />αυτός που έχει κατασκευαστεί σε [[σχήμα]] αυλού ή έχει εξαρτήματα σε [[σχήμα]] αυλού.
|mltxt=(Α [[αὐλωτός]], -ή, -όν) [[αυλός]]<br />αυτός που έχει κατασκευαστεί σε [[σχήμα]] αυλού ή έχει εξαρτήματα σε [[σχήμα]] αυλού.
}}
}}

Revision as of 12:15, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὐλωτός Medium diacritics: αὐλωτός Low diacritics: αυλωτός Capitals: ΑΥΛΩΤΟΣ
Transliteration A: aulōtós Transliteration B: aulōtos Transliteration C: avlotos Beta Code: au)lwto/s

English (LSJ)

ή, όν, A furnished with pipes, φιμοί A.Fr.326. II pipe-shaped, Ath.Mech.24.3.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
1 con adornos tubulares φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας (potras) enfrenadas con muserolas con tubos A.Fr.465, cf. Poll.10.56, Hsch.
2 mec. en forma de tubo σῶμα αὐλωτόν prob. ref. al cuerpo del ariete, Ath.Mech.24.3.

Greek (Liddell-Scott)

αὐλωτός: -ή, -όν, ὁ ἔχων αὐλούς, «αὐλωτοὶ φιμοί· οἱ κημοί. διὰ τὸ τοῖς κημοῖς κώδωνας προσῆφθαι, εἰς οὓς ἐμφυσῶντες οἱ ἵπποι φωνὴν σάλπιγγος προΐεντο» Ἡσύχ.· - «ἐκαλοῦντο δέ τινες καὶ αὐλωτοὶ φιμοὶ διὰ τὸ κώδωνας ἔχειν προσηρτημένους, οἷς ἐγχρεμετίζοντες οἱ ἵπποι ἦχον ἐποίουν προσόμοιον αὐλῷ» Πολυδ. Ι΄, 56· - ὃς εἶχε πώλους τέσσαρας ζυγηφόρους φιμοῖσιν αὐλωτοῖσιν ἐστομωμένας Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 341· πρβλ. Θήβ. 463, ἴδε δὲ καὶ τὴν λέξιν κώδων.

Greek Monolingual

αὐλωτός, -ή, -όν) αυλός
αυτός που έχει κατασκευαστεί σε σχήμα αυλού ή έχει εξαρτήματα σε σχήμα αυλού.