ἀναριθμέομαι: Difference between revisions
Δοὺς τῇ τύχῃ τὸ μικρὸν ἐκλήψῃ μέγα → Dans parva sorti recipies, quae magna sunt → Es zahlt das Glück dir kleinen Einsatz groß zurück
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3") |
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=a)nariqme/omai | |Beta Code=a)nariqme/omai | ||
|Definition=Med., <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[reckon up]], [[enumerate]], <span class="bibl">D.19.18</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[reconsider]], <span class="bibl">Pl.<span class="title">Ax.</span>372a</span>:—Act., <span class="bibl">D.C.36.25</span>.</span> | |Definition=Med., <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[reckon up]], [[enumerate]], <span class="bibl">D.19.18</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[reconsider]], <span class="bibl">Pl.<span class="title">Ax.</span>372a</span>:—Act., <span class="bibl">D.C.36.25</span>.</span> | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[recapitular]] (πάντα τἀληθῆ) ἐκ τῶν πρώτων ἐλπίδων D.19.18<br /><b class="num">•</b>[[contar a su vez]] τὰς στρατείας ἃς ἐστράτευμαι D.C.36.25.5.<br /><b class="num">2</b> [[medir]] πυροῦ ἀνηριθμημένου (ἀρτάβας) ρ <i>PGrenf</i>.2.23.14 (II a.C.).<br /><b class="num">3</b> [[reconsiderar]] τὰ λεχθέντα Pl.<i>Ax</i>.372a. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνᾰριθμέομαι''': μέσ., ἀπαριθμῶ, Δημ. 346. 20. ΙΙ. ἀναθεωρῶ, [[ἀναλογίζομαι]], νυνὶ δὲ [[ἠρέμα]] κατ’ ἐμαυτὸν ἀναριθμήσομαι τὰ λεχθέντα Πλάτ. Ἀξ. 372Β. - Τὸ ἐνεργ. ἀναφέρεται ἐκ τοῦ Δίωνος Κασ. (36, 18): ἂν τοὺς κινδύνους .. ἀναριθμήσητε. | |lstext='''ἀνᾰριθμέομαι''': μέσ., ἀπαριθμῶ, Δημ. 346. 20. ΙΙ. ἀναθεωρῶ, [[ἀναλογίζομαι]], νυνὶ δὲ [[ἠρέμα]] κατ’ ἐμαυτὸν ἀναριθμήσομαι τὰ λεχθέντα Πλάτ. Ἀξ. 372Β. - Τὸ ἐνεργ. ἀναφέρεται ἐκ τοῦ Δίωνος Κασ. (36, 18): ἂν τοὺς κινδύνους .. ἀναριθμήσητε. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 13:10, 1 October 2022
English (LSJ)
Med., A reckon up, enumerate, D.19.18. II reconsider, Pl.Ax.372a:—Act., D.C.36.25.
Spanish (DGE)
1 recapitular (πάντα τἀληθῆ) ἐκ τῶν πρώτων ἐλπίδων D.19.18
•contar a su vez τὰς στρατείας ἃς ἐστράτευμαι D.C.36.25.5.
2 medir πυροῦ ἀνηριθμημένου (ἀρτάβας) ρ PGrenf.2.23.14 (II a.C.).
3 reconsiderar τὰ λεχθέντα Pl.Ax.372a.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνᾰριθμέομαι: μέσ., ἀπαριθμῶ, Δημ. 346. 20. ΙΙ. ἀναθεωρῶ, ἀναλογίζομαι, νυνὶ δὲ ἠρέμα κατ’ ἐμαυτὸν ἀναριθμήσομαι τὰ λεχθέντα Πλάτ. Ἀξ. 372Β. - Τὸ ἐνεργ. ἀναφέρεται ἐκ τοῦ Δίωνος Κασ. (36, 18): ἂν τοὺς κινδύνους .. ἀναριθμήσητε.
Greek Monotonic
ἀνᾰριθμέομαι: μέλ. -ήσομαι, Μέσ., απαριθμώ, καταμετρώ, σε Δημ.
Russian (Dvoretsky)
ἀνᾰριθμέομαι:
1) пересчитывать, перечислять Dem.;
2) вновь обдумывать (τὰ λεχθέντα καθ᾽ ἑαυτόν Plat.).
Middle Liddell
Mid. to enumerate, Dem.