ἀσαφήνιστος: Difference between revisions

From LSJ

Κενῆς δὲ δόξης οὐδὲν ἀθλιώτερον → Nihil est inani gloria infelicius → Als leerer Ruhm jedoch ist nichts unseliger

Menander, Monostichoi, 289
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=a)safh/nistos
|Beta Code=a)safh/nistos
|Definition=ον, [[not explained]], [[declared]], Sch.<span class="bibl">E.<span class="title">Med.</span>722</span> (dub.).
|Definition=ον, [[not explained]], [[declared]], Sch.<span class="bibl">E.<span class="title">Med.</span>722</span> (dub.).
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον [[no aclarado]], [[no explicado]] Sch.E.<i>Med</i>.722.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀσαφήνιστος''': -ον, ὁ μὴ σαφηνισθείς, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Μήδ. 722.
|lstext='''ἀσαφήνιστος''': -ον, ὁ μὴ σαφηνισθείς, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Μήδ. 722.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον [[no aclarado]], [[no explicado]] Sch.E.<i>Med</i>.722.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀσαφήνιστος]], -ον) [[σαφηνίζω]]<br />αυτός που δεν έχει καταστεί [[σαφής]] ή δεν έχει διευκρινιστεί.
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀσαφήνιστος]], -ον) [[σαφηνίζω]]<br />αυτός που δεν έχει καταστεί [[σαφής]] ή δεν έχει διευκρινιστεί.
}}
}}

Revision as of 14:50, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσαφήνιστος Medium diacritics: ἀσαφήνιστος Low diacritics: ασαφήνιστος Capitals: ΑΣΑΦΗΝΙΣΤΟΣ
Transliteration A: asaphḗnistos Transliteration B: asaphēnistos Transliteration C: asafinistos Beta Code: a)safh/nistos

English (LSJ)

ον, not explained, declared, Sch.E.Med.722 (dub.).

Spanish (DGE)

-ον no aclarado, no explicado Sch.E.Med.722.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσαφήνιστος: -ον, ὁ μὴ σαφηνισθείς, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Μήδ. 722.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἀσαφήνιστος, -ον) σαφηνίζω
αυτός που δεν έχει καταστεί σαφής ή δεν έχει διευκρινιστεί.