κατυβρίζω: Difference between revisions

From LSJ

τῷ οὖν τόξῳ ὄνομα βίος, ἔργον δὲ θάνατος → the bow is called life, but its work is death (Heraclitus)

Source
(6_23)
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=katyvrizo
|Transliteration C=katyvrizo
|Beta Code=katubri/zw
|Beta Code=katubri/zw
|Definition=κατύπερθε, κατυπέρτερος, κατυπνόω, Ion. for καθ-.
|Definition=Ion. for [[καθυβρίζω]].
}}
{{elru
|elrutext='''κατυβρίζω:''' ион. = [[καθυβρίζω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κατυβρίζω''': κατύπερθε, κατυπέρτερος, κατυπνόω, Ἰων. ἀντὶ καθ-.
|lstext='''κατυβρίζω''': κατύπερθε, κατυπέρτερος, κατυπνόω, Ἰων. ἀντὶ καθ-.
}}
{{grml
|mltxt=[[κατυβρίζω]] (Α)<br /><b>ιων. τ.</b> <b>βλ.</b> [[καθυβρίζω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κατυβρίζω:''' κατ-ύπερθε, κατ-[[υπέρτερος]], κατ-υπνόω, Ιων. αντί <i>καθ-</i>.
}}
}}

Latest revision as of 13:40, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατυβρίζω Medium diacritics: κατυβρίζω Low diacritics: κατυβρίζω Capitals: ΚΑΤΥΒΡΙΖΩ
Transliteration A: katybrízō Transliteration B: katybrizō Transliteration C: katyvrizo Beta Code: katubri/zw

English (LSJ)

Ion. for καθυβρίζω.

Russian (Dvoretsky)

κατυβρίζω: ион. = καθυβρίζω.

Greek (Liddell-Scott)

κατυβρίζω: κατύπερθε, κατυπέρτερος, κατυπνόω, Ἰων. ἀντὶ καθ-.

Greek Monolingual

κατυβρίζω (Α)
ιων. τ. βλ. καθυβρίζω.

Greek Monotonic

κατυβρίζω: κατ-ύπερθε, κατ-υπέρτερος, κατ-υπνόω, Ιων. αντί καθ-.