ἀποτιστέον: Difference between revisions
From LSJ
Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=[[hay que pagar]] ζημίαν X.<i>Lac</i>.9.5, διπλὴν ἔκτισιν Aristid.<i>Or</i>.46.2. | |dgtxt=[[hay que pagar]] ζημίαν X.<i>Lac</i>.9.5, διπλὴν ἔκτισιν Aristid.<i>Or</i>.46.2. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀποτιστέον:''' adj. verb. к [[ἀποτίνω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 18: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀποτιστέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀποτίνω]], αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να πληρώσει ως [[εξιλέωση]], σε Ξεν. | |lsmtext='''ἀποτιστέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀποτίνω]], αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να πληρώσει ως [[εξιλέωση]], σε Ξεν. | ||
}} | }} |
Revision as of 18:15, 3 October 2022
English (LSJ)
(better ἀποτειστέον), one must pay, ζημίαν X.Lac.9.5, cf. PTeb.71, Aristid.Or.46(3).2.
Spanish (DGE)
hay que pagar ζημίαν X.Lac.9.5, διπλὴν ἔκτισιν Aristid.Or.46.2.
Russian (Dvoretsky)
ἀποτιστέον: adj. verb. к ἀποτίνω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποτιστέον: ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἀποτίσῃ, νὰ πληρώσῃ, καὶ ἅμα τούτου ζημίαν ἀποτιστέον Ξεν. Λακ. 9. 5.
Greek Monotonic
ἀποτιστέον: ρημ. επίθ. του ἀποτίνω, αυτό που πρέπει κάποιος να πληρώσει ως εξιλέωση, σε Ξεν.