κράνη: Difference between revisions

From LSJ

αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.

Source
(21)
 
m (pape replacement)
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κράνη]], ἡ (Α)<br />το [[κρανίο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μεταπλασμένος τ. ενός αμάρτυρου [[κράνον]] (<b>βλ. λ.</b> [[κρανίο]])].
|mltxt=[[κράνη]], ἡ (Α)<br />το [[κρανίο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μεταπλασμένος τ. ενός αμάρτυρου [[κράνον]] (<b>βλ. λ.</b> [[κρανίο]])].
}}
{{pape
|ptext=oder [[κράνα]], ἡ, = [[κρήνη]], Jos.
}}
}}

Latest revision as of 16:32, 24 November 2022

Greek Monolingual

κράνη, ἡ (Α)
το κρανίο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. ενός αμάρτυρου κράνον (βλ. λ. κρανίο)].

German (Pape)

oder κράνα, ἡ, = κρήνη, Jos.