μυωξία: Difference between revisions

From LSJ

Τοὺς τῆς φύσεως οὐκ ἔστι λανθάνειν (μανθάνειν) νόμους → Legibus naturae non potest evadier → Naturgesetze keiner insgeheim verletzt

Menander, Monostichoi, 492
(6_10)
m (pape replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=myoksia
|Transliteration C=myoksia
|Beta Code=muwci/a
|Beta Code=muwci/a
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">mouse-hole</b>, also a term of reproach, Id., Suid.; cf. [[μυωνιά]].</span>
|Definition=ἡ, [[mouse-hole]], also a term of reproach, Id., Suid.; cf. [[μυωνιά]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μυωξία''': ἡ, = τῷ προηγ., Ἡσύχ., Φώτ., κτλ.· ― μυξία παρὰ τῷ Γρηγ. Ναζ.
|lstext='''μυωξία''': ἡ, = τῷ προηγ., Ἡσύχ., Φώτ., κτλ.· ― μυξία παρὰ τῷ Γρηγ. Ναζ.
}}
{{grml
|mltxt=[[μυωξία]], ἡ (ΑΜ) [[μυωξός]]<br />([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b> και [[κατά]] το λεξ. [[Σούδα]]) υπόγεια [[φωλιά]] ζώου και [[ιδίως]] ποντικού, [[ποντικότρυπα]], [[ποντικοφωλιά]].
}}
{{pape
|ptext=ἡ, = [[μυωνία]], Sp.
}}
}}

Latest revision as of 16:34, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μυωξία Medium diacritics: μυωξία Low diacritics: μυωξία Capitals: ΜΥΩΞΙΑ
Transliteration A: myōxía Transliteration B: myōxia Transliteration C: myoksia Beta Code: muwci/a

English (LSJ)

ἡ, mouse-hole, also a term of reproach, Id., Suid.; cf. μυωνιά.

Greek (Liddell-Scott)

μυωξία: ἡ, = τῷ προηγ., Ἡσύχ., Φώτ., κτλ.· ― μυξία παρὰ τῷ Γρηγ. Ναζ.

Greek Monolingual

μυωξία, ἡ (ΑΜ) μυωξός
(κατά τον Ησύχ. και κατά το λεξ. Σούδα) υπόγεια φωλιά ζώου και ιδίως ποντικού, ποντικότρυπα, ποντικοφωλιά.

German (Pape)

ἡ, = μυωνία, Sp.