Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μαγάδης: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ ζῆν ἀλύπως ἀνδρός ἐστιν εὐτυχοῦς → Satis beati est esse sine maeroribus → Ein Leben ohne Leid führt nur, wer glücklich ist

Menander, Monostichoi, 509
m (Text replacement - "Πολυδ" to "Πολυδ")
m (pape replacement)
 
Line 4: Line 4:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μαγάδης]], ὁ (Α)<br />η [[μάγαδις]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. του [[μάγαδις]] σχηματισμένος για μετρικούς λόγους].
|mltxt=[[μαγάδης]], ὁ (Α)<br />η [[μάγαδις]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. του [[μάγαδις]] σχηματισμένος για μετρικούς λόγους].
}}
{{pape
|ptext=ὁ, [[αὐλός]], bei Hesych. zweifelhaft, aber von Bergk zu Anacr. p. 84 [[hergestellt]] und von Meineke frg. com. III p. 179 auch bei Telest. in Ath. XIV.637a.
}}
}}

Latest revision as of 16:41, 24 November 2022

Greek (Liddell-Scott)

μαγάδης: -ου, ὁ, = μάγαδις, Ἀνακρ. (Ἀποσπ. 5) παρ’ Ἀθην. 634C, ἔνθα τὸ μάγαδιν εἶναι ἐναντίον τοῦ μέτρου, καὶ ἐπανορθωτέον, μαγάδην ἐκ τοῦ Πολυδ. Δ΄, 61. Ἀλλὰ παρ’ Ἡσυχ. (ἐν λ. μαγάδεις), μαγάδης αὐλὸς καὶ τῇ μαγάδῃ εἶναι σφάλματα τοῦ ἀντιγραφέως ἀντὶ μάγαδις αὐλὸς καὶ τῇ μαγάδει.

Greek Monolingual

μαγάδης, ὁ (Α)
η μάγαδις.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του μάγαδις σχηματισμένος για μετρικούς λόγους].

German (Pape)

ὁ, αὐλός, bei Hesych. zweifelhaft, aber von Bergk zu Anacr. p. 84 hergestellt und von Meineke frg. com. III p. 179 auch bei Telest. in Ath. XIV.637a.