διακριτέον: Difference between revisions
Κάλλιστον ἐν κήποισι φύεται ῥόδον → Pulchrius in hortis gignitur nihil rosa → Die Rose ist das Schönste, was im Garten wächst
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+)\.<br" to "$1 $2.<br") |
m (Text replacement - "medic" to "medic") |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=<b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[hay que decidir]] οὐδὲ δίκαις καὶ λόγοις διακριτέα μὴ λόγῳ καὶ αὐτοὺς βλαπτομένους Th.1.86.<br /><b class="num">2</b> [[hay que distinguir]] ὃν δ. τῷ τῆς γεύσεως κριτηρίῳ Dsc.5.106, cf. D.L.9.92, δ. ταῦτα ἀπ' ἀλλήλων Iambl.<i>Myst</i>.2.2, περὶ ἑκάστου πράγματος τῆς οὐσίας τὰ συμβεβηκότα δ. Clem.Al.<i>Strom</i>.6.17.150.<br /><b class="num">II</b> | |dgtxt=<b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[hay que decidir]] οὐδὲ δίκαις καὶ λόγοις διακριτέα μὴ λόγῳ καὶ αὐτοὺς βλαπτομένους Th.1.86.<br /><b class="num">2</b> [[hay que distinguir]] ὃν δ. τῷ τῆς γεύσεως κριτηρίῳ Dsc.5.106, cf. D.L.9.92, δ. ταῦτα ἀπ' ἀλλήλων Iambl.<i>Myst</i>.2.2, περὶ ἑκάστου πράγματος τῆς οὐσίας τὰ συμβεβηκότα δ. Clem.Al.<i>Strom</i>.6.17.150.<br /><b class="num">II</b> medic.<br /><b class="num">1</b> [[hay que diagnosticar]] τὸ ... ῥαφανηδὸν γινόμενον κάταγμα Sor.<i>Fract</i>.156.37, αὐτὰ τοῖς ἐφεξῆς εἰρησομένοις σημείοις Paul.Aeg.6.113.<br /><b class="num">2</b> [[hay que separar]], [[hay que amputar]] τὴν πρόσφυσιν Sor.152.18. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |
Revision as of 16:19, 18 December 2022
English (LSJ)
A one must decide, D.L.9.92: pl. -έα Th.1.86. 2 one must distinguish, Dsc.5.106, Porph.Abst.2.50, Iamb.Myst.2.2: Adj. -κριτέος, α, ον, to be distinguished, Philostr.Gym.33. 3 one must separate, Sor.2.89.
Spanish (DGE)
I 1hay que decidir οὐδὲ δίκαις καὶ λόγοις διακριτέα μὴ λόγῳ καὶ αὐτοὺς βλαπτομένους Th.1.86.
2 hay que distinguir ὃν δ. τῷ τῆς γεύσεως κριτηρίῳ Dsc.5.106, cf. D.L.9.92, δ. ταῦτα ἀπ' ἀλλήλων Iambl.Myst.2.2, περὶ ἑκάστου πράγματος τῆς οὐσίας τὰ συμβεβηκότα δ. Clem.Al.Strom.6.17.150.
II medic.
1 hay que diagnosticar τὸ ... ῥαφανηδὸν γινόμενον κάταγμα Sor.Fract.156.37, αὐτὰ τοῖς ἐφεξῆς εἰρησομένοις σημείοις Paul.Aeg.6.113.
2 hay que separar, hay que amputar τὴν πρόσφυσιν Sor.152.18.
French (Bailly abrégé)
et plur. διακριτέα;
adj. verb. de διακρίνω.
Greek (Liddell-Scott)
διακριτέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ διακρίνειν, Διοσκ. 5.123, Διογ. Λαέρτ. 9.92· ἢ διακριτέα Θουκ. 1. 86.
Greek Monotonic
διακριτέον: ή -έα, ρημ. επίθ. του διακρίνω, πρέπει κάποιος να αποφασίσει, σε Θουκ.