μηχανοδηγός: Difference between revisions

From LSJ

εἰς τὴν ἀγορὰν χειροτονεῖτε τοὺς ταξιάρχους καὶ τοὺς φυλάρχους, οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον → you elect taxiarchs and phylarchs for the marketplace not for war

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br />ειδικευμένος [[χειριστής]] μηχανών και, [[ιδίως]] τών αμαξών έλξης τών σιδηροδρόμων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μηχανή]] <span style="color: red;">+</span> [[οδηγός]] ([[πρβλ]]. <i>εργ</i>-[[οδηγός]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην [[εφημερίδα]] <i>Ακρόπολις</i>].
|mltxt=ο<br />ειδικευμένος [[χειριστής]] μηχανών και, [[ιδίως]] τών αμαξών έλξης τών σιδηροδρόμων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μηχανή]] <span style="color: red;">+</span> [[οδηγός]] ([[πρβλ]]. [[εργοδηγός]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην [[εφημερίδα]] <i>Ακρόπολις</i>].
}}
}}

Latest revision as of 16:15, 8 May 2023

Greek Monolingual

ο
ειδικευμένος χειριστής μηχανών και, ιδίως τών αμαξών έλξης τών σιδηροδρόμων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μηχανή + οδηγός (πρβλ. εργοδηγός). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Ακρόπολις].