ισόδρομος: Difference between revisions
From LSJ
Τέθνηκ' ἐν ἀνθρώποισιν πᾶσα γὰρ χάρις → Emortua omnis est hominibus gratia → Zu Grab getragen ist bei Menschen aller Dank
mNo edit summary |
|||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἰσόδρομος]], -ον, θηλ. και ισοδρόμη (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που τρέχει ίσα, που συμβαδίζει με άλλον<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ἰσόδρομον [[μῆκος]]» — [[δρόμος]] του ίδιου μήκους<br />β) «ή ισοδρόμη Μήτηρ» — η Κυβέλη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>δρομος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δρόμος]]), [[πρβλ]]. [[ | |mltxt=[[ἰσόδρομος]], -ον, θηλ. και ισοδρόμη (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που τρέχει ίσα, που συμβαδίζει με άλλον<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ἰσόδρομον [[μῆκος]]» — [[δρόμος]] του ίδιου μήκους<br />β) «ή ισοδρόμη Μήτηρ» — η Κυβέλη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>δρομος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δρόμος]]), [[πρβλ]]. [[ιερόδρομος]], [[νεόδρομος]]]. | ||
}} | }} |