χαμαιπιτύϊνος: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ' ἐσθ' ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → but death is the ultimate healer of ills

Source
(46)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ΐνη, -ον, Α<br />(για [[κρασί]]) παρασκευασμένος από το [[φυτό]] [[χαμαίπιτυς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χαμαίπιτυς]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ινος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>μαστίχ</i>-<i>ινος</i>)].
|mltxt=-ΐνη, -ον, Α<br />(για [[κρασί]]) παρασκευασμένος από το [[φυτό]] [[χαμαίπιτυς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χαμαίπιτυς]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ινος</i> ([[πρβλ]]. [[μαστίχινος]])].
}}
{{pape
|ptext=ΐνη, ϊνον, <i>von der [[Pflanze]] [[χαμαίπιτυς]]</i>, [[οἶνος]], <i>[[damit]] abgezogener Wein</i>, Diosc.
}}
}}

Latest revision as of 16:55, 11 May 2023

Greek Monolingual

-ΐνη, -ον, Α
(για κρασί) παρασκευασμένος από το φυτό χαμαίπιτυς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαμαίπιτυς + κατάλ. -ινος (πρβλ. μαστίχινος)].

German (Pape)

ΐνη, ϊνον, von der Pflanze χαμαίπιτυς, οἶνος, damit abgezogener Wein, Diosc.