bereave of: Difference between revisions
From LSJ
Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία → Root of all the evils is the love of money (Radix omnium malorum est cupiditas)
m (Text replacement - "τινι" to "τινι") |
m (Text replacement - "τινά τινος" to "τινά τινος") |
||
Line 3: | Line 3: | ||
===verb transitive=== | ===verb transitive=== | ||
[[prose|P.]] and [[verse|V.]] [[ἀφαιρέω]], [[ἀφαιρεῖν]] (τί τινι), [[ἀφαιρεῖσθαί]] (τί [[τινα]]), [[αποστερεῖν]] ( | [[prose|P.]] and [[verse|V.]] [[ἀφαιρέω]], [[ἀφαιρεῖν]] (τί τινι), [[ἀφαιρεῖσθαί]] (τί [[τινα]]), [[αποστερεῖν]] (τινά τινος), [[στερεῖν]] (τινά τινος), [[στερίσκειν]] (τινά τινος), [[συλᾶν]] (τί [[τινα]]), [[ἀποσυλᾶν]] (τί [[τινα]]), [[verse|V.]] [[ἀποστερίσκειν]] (τινά τινος), [[ἀποψιλοῦν]] (τινά τινος), [[νοσφίζεσθαί]] (τινά τινος), [[νοσφίσαι]] (aor. of [[νοσφίζειν]]) (τινά τινος), [[ἀπονοσφίζειν]] (τινά τινος), [[ἐρημοῦν]] (τινά τινος) (rare [[prose|P.]]). | ||
[[bereave of one's senses]]: [[prose|P.]] and [[verse|V.]] [[ἐξιστάναι]] (acc.), [[verse|V.]] [[ἐλαύνειν ἔξω τοῦ φρονεῖν]]. | [[bereave of one's senses]]: [[prose|P.]] and [[verse|V.]] [[ἐξιστάναι]] (acc.), [[verse|V.]] [[ἐλαύνειν ἔξω τοῦ φρονεῖν]]. |
Latest revision as of 14:48, 14 May 2023
English > Greek (Woodhouse)
verb transitive
P. and V. ἀφαιρέω, ἀφαιρεῖν (τί τινι), ἀφαιρεῖσθαί (τί τινα), αποστερεῖν (τινά τινος), στερεῖν (τινά τινος), στερίσκειν (τινά τινος), συλᾶν (τί τινα), ἀποσυλᾶν (τί τινα), V. ἀποστερίσκειν (τινά τινος), ἀποψιλοῦν (τινά τινος), νοσφίζεσθαί (τινά τινος), νοσφίσαι (aor. of νοσφίζειν) (τινά τινος), ἀπονοσφίζειν (τινά τινος), ἐρημοῦν (τινά τινος) (rare P.).
bereave of one's senses: P. and V. ἐξιστάναι (acc.), V. ἐλαύνειν ἔξω τοῦ φρονεῖν.
bereave of parents: V. ὀρφανίζειν.
be bereft of, use also: P. and V. στέρεσθαι (gen.), ἀπολείπεσθαι (gen.), V. τητᾶσθαι (gen.).