περιοδεύσιμος: Difference between revisions

From LSJ

Βροτοῖς ἅπασι κατθανεῖν ὀφείλεται → Reddenda cunctis vita tamquam debitum → Den Tod erleiden schulden alle Sterblichen

Menander, Monostichoi, 69
(10)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=periodeysimos
|Transliteration C=periodeysimos
|Beta Code=periodeu/simos
|Beta Code=periodeu/simos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">with circuitous ways</b>, Gloss.</span>
|Definition=περιοδεύσιμον, [[with circuitous ways]], ''Glossaria''.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0584.png Seite 584]] mit Umwegen (?).
}}
{{ls
|lstext='''περιοδεύσιμος''': -ον, ὁ ἔχων δρόμους μακροὺς καὶ κυκλοτερεῖς, ὃν δύναταί τις νὰ περιοδεύσῃ, Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Μ [[περιόδευσις]]<br />αυτός στον οποίο μπορεί [[κανείς]] να περιοδεύσει.
}}
}}

Latest revision as of 09:35, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιοδεύσιμος Medium diacritics: περιοδεύσιμος Low diacritics: περιοδεύσιμος Capitals: ΠΕΡΙΟΔΕΥΣΙΜΟΣ
Transliteration A: periodeúsimos Transliteration B: periodeusimos Transliteration C: periodeysimos Beta Code: periodeu/simos

English (LSJ)

περιοδεύσιμον, with circuitous ways, Glossaria.

German (Pape)

[Seite 584] mit Umwegen (?).

Greek (Liddell-Scott)

περιοδεύσιμος: -ον, ὁ ἔχων δρόμους μακροὺς καὶ κυκλοτερεῖς, ὃν δύναταί τις νὰ περιοδεύσῃ, Γλωσσ.

Greek Monolingual

-ον, Μ περιόδευσις
αυτός στον οποίο μπορεί κανείς να περιοδεύσει.