ἀνεπισκότητος: Difference between revisions
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=anepiskotitos | |Transliteration C=anepiskotitos | ||
|Beta Code=a)nepisko/thtos | |Beta Code=a)nepisko/thtos | ||
|Definition= | |Definition=ἀνεπισκότητον, [[not obscured]] or [[not overclouded]], Gal.''UP''10.2, Ptol. ''Tetr.''100, Heph. Astr.1.25; and so prob.Procl.''Par.Ptol.''144 (-ιστος codd.). | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[no oscurecido o tapado]] por interposición de otro cuerpo τὸ μέλλον ὀφθήσεσθαι Gal.3.817<br /><b class="num">•</b>ref. al sol [[despejado]] καθαρὸς μὲν γὰρ καὶ ἀ. καὶ εὐσταθής Ptol.<i>Tetr</i>.2.14.2.<br /><b class="num">2</b> [[no mancillado]] παρθενία Hyper.<i>Mon</i>.M.79.1480A. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀνεπισκότητος''': -ον, ὁ μὴ ἐπισκοτιζόμενος, Γαλην. κτλ. | |lstext='''ἀνεπισκότητος''': -ον, ὁ μὴ ἐπισκοτιζόμενος, Γαλην. κτλ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀνεπισκότητος]] και [[ἀνεπισκότιστος]], -ον (AM)<br />αυτός τον οποίο δεν επισκοτίζει, δεν αμαυρώνει ή δεν [[είναι]] δυνατόν να αμαυρώσει [[κάτι]]. | |mltxt=[[ἀνεπισκότητος]] και [[ἀνεπισκότιστος]], -ον (AM)<br />αυτός τον οποίο δεν επισκοτίζει, δεν αμαυρώνει ή δεν [[είναι]] δυνατόν να αμαυρώσει [[κάτι]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:03, 25 August 2023
English (LSJ)
ἀνεπισκότητον, not obscured or not overclouded, Gal.UP10.2, Ptol. Tetr.100, Heph. Astr.1.25; and so prob.Procl.Par.Ptol.144 (-ιστος codd.).
Spanish (DGE)
-ον
1 no oscurecido o tapado por interposición de otro cuerpo τὸ μέλλον ὀφθήσεσθαι Gal.3.817
•ref. al sol despejado καθαρὸς μὲν γὰρ καὶ ἀ. καὶ εὐσταθής Ptol.Tetr.2.14.2.
2 no mancillado παρθενία Hyper.Mon.M.79.1480A.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνεπισκότητος: -ον, ὁ μὴ ἐπισκοτιζόμενος, Γαλην. κτλ.
Greek Monolingual
ἀνεπισκότητος και ἀνεπισκότιστος, -ον (AM)
αυτός τον οποίο δεν επισκοτίζει, δεν αμαυρώνει ή δεν είναι δυνατόν να αμαυρώσει κάτι.