ἱερωτός: Difference between revisions
From LSJ
Πονηρός ἐστι πᾶς ἀχάριστος ἄνθρωπος → Ingratus omnis homo non est, quin sit malus → Ein jeder Mensch, der Dankbarkeit nicht kennt, ist schlecht
(CSV import) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ierotos | |Transliteration C=ierotos | ||
|Beta Code=i(erwto/s | |Beta Code=i(erwto/s | ||
|Definition= | |Definition=ἱερωτή, ἱερωτόν, Thess. ἱαρωτός, ἱαρουτός, [[consecrated]], Ἀρχ. Ἐφ.1919.52 (Pharsalus, v/iv B.C.), ''IG'' 9(2).461 (Crannon). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἱερωτός]] και ἱαρωτός και ἱαρουτός, -ή, -όν (Α) [[ιερώ]]<br />αφιερωμένος, καθιερωμένος. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:16, 25 August 2023
English (LSJ)
ἱερωτή, ἱερωτόν, Thess. ἱαρωτός, ἱαρουτός, consecrated, Ἀρχ. Ἐφ.1919.52 (Pharsalus, v/iv B.C.), IG 9(2).461 (Crannon).
Greek Monolingual
ἱερωτός και ἱαρωτός και ἱαρουτός, -ή, -όν (Α) ιερώ
αφιερωμένος, καθιερωμένος.