ἀποτιστέον: Difference between revisions
From LSJ
Ἐχθροὺς ἀμύνου μὴ ‘πὶ τῇ σαυτοῦ βλάβῃ → Ulciscere hostem, non tamen damno tuo → Die Feinde wehre ohne Schaden für dich ab
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=apotisteon | |Transliteration C=apotisteon | ||
|Beta Code=a)potiste/on | |Beta Code=a)potiste/on | ||
|Definition=(better [[ἀποτειστέον]]), | |Definition=(better [[ἀποτειστέον]]), [[one must pay]], ζημίαν X.''Lac.''9.5, cf. ''PTeb.''71, Aristid.''Or.''46(3).2. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=[[hay que pagar]] ζημίαν X.<i>Lac</i>.9.5, διπλὴν ἔκτισιν Aristid.<i>Or</i>.46.2. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀποτιστέον:''' adj. verb. к [[ἀποτίνω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀποτιστέον''': ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἀποτίσῃ, νὰ πληρώσῃ, καὶ ἅμα τούτου ζημίαν [[ἀποτιστέον]] Ξεν. Λακ. 9. 5. | |lstext='''ἀποτιστέον''': ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἀποτίσῃ, νὰ πληρώσῃ, καὶ ἅμα τούτου ζημίαν [[ἀποτιστέον]] Ξεν. Λακ. 9. 5. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀποτιστέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀποτίνω]], αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να πληρώσει ως [[εξιλέωση]], σε Ξεν. | |lsmtext='''ἀποτιστέον:''' ρημ. επίθ. του [[ἀποτίνω]], αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να πληρώσει ως [[εξιλέωση]], σε Ξεν. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:23, 25 August 2023
English (LSJ)
(better ἀποτειστέον), one must pay, ζημίαν X.Lac.9.5, cf. PTeb.71, Aristid.Or.46(3).2.
Spanish (DGE)
hay que pagar ζημίαν X.Lac.9.5, διπλὴν ἔκτισιν Aristid.Or.46.2.
Russian (Dvoretsky)
ἀποτιστέον: adj. verb. к ἀποτίνω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποτιστέον: ῥηματ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἀποτίσῃ, νὰ πληρώσῃ, καὶ ἅμα τούτου ζημίαν ἀποτιστέον Ξεν. Λακ. 9. 5.
Greek Monotonic
ἀποτιστέον: ρημ. επίθ. του ἀποτίνω, αυτό που πρέπει κάποιος να πληρώσει ως εξιλέωση, σε Ξεν.