οδοντογλυφίδα: Difference between revisions
From LSJ
Μούνη γὰρ ἄγειν οὐκέτι σωκῶ λύπης ἀντίρροπον ἄχθος → I have no longer strength to bear alone the burden of grief that weighs me down
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (Α [[ὀδοντογλυφίς]])<br />επίμηκες [[λεπτό]] και αιχμηρό [[στέλεχος]], συν. ξύλινο, για τον καθαρισμό τών δοντιών από τα υπολείμματα τών τροφών<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b> (<b>για πρόσ.</b>) πολύ [[λεπτός]] σαν [[ξυλαράκι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀδούς]], <i>ὀδόντος</i> <span style="color: red;">+</span> [[γλυφίς]], - | |mltxt=η (Α [[ὀδοντογλυφίς]])<br />επίμηκες [[λεπτό]] και αιχμηρό [[στέλεχος]], συν. ξύλινο, για τον καθαρισμό τών δοντιών από τα υπολείμματα τών τροφών<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b> (<b>για πρόσ.</b>) πολύ [[λεπτός]] σαν [[ξυλαράκι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀδούς]], <i>ὀδόντος</i> <span style="color: red;">+</span> [[γλυφίς]], -ίδος ([[πρβλ]]. [[ωτογλυφίς]])]. | ||
}} | }} |