ἀμφίπολις: Difference between revisions

From LSJ

Δίωκε δόξην καὶ ἀρετήν, φεῦγε δὲ ψόγον → Virtutem sequere et laudem, fuge famam malam → Verfolge Ruhm und Tüchtigkeit, doch Tadel flieh

Menander, Monostichoi, 137
(2)
 
m (Text replacement - "mdlsjtxt=<br />" to "mdlsjtxt=")
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=amfipolis
|Transliteration C=amfipolis
|Beta Code=a)mfi/polis
|Beta Code=a)mfi/polis
|Definition=poet. ἀμφίπτολις, ὁ, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">encompassing city</b>, ἀνάγκη ἀμφίπτολις <span class="bibl">A.<span class="title">Ch.</span>75</span> (lyr.). </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> Subst. <b class="b3">., ,</b> <b class="b2">city encompassed by a river</b>, as pr. n., <span class="bibl">Th.4.102</span>, etc.</span>
|Definition=poet. [[ἀμφίπτολις]], ὁ, ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[encompassing city]], ἀνάγκη ἀμφίπτολις A.''Ch.''75 (lyr.).<br><span class="bld">II</span> Subst. <b class="b3">ἀ., ἡ,</b> [[city encompassed by a river]], as pr. n., Th.4.102, etc.
}}
{{ls
|lstext='''ἀμφίπολις''': ποιητ. [[ἀμφίπτολις]], ὁ, ἡ, ὁ περιβάλλων ἢ ἡ περιβάλλουσα πόλιν τινά [[ἀνάγκη]] [[ἀμφίπτολις]], necessitas urbi circumdata (Βλωμφ.), ἐπὶ πόλεως ἁλούσης δι’ ἀποκλεισμοῦ, Αἰσχύλ. Χο. 74· πρβλ. [[ἀμφιτειχής]]. ΙΙ. ὡς οὐσ. [[ἀμφίπολις]], ἡ μεταξὺ δύο θαλασσῶν ἢ ποταμῶν [[πόλις]], ἴδε Θουκ. 4. 102.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀμφίπολις]] και ποιητ. [[ἀμφίπτολις]], ο, η (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που περιβάλλει μια [[πόλη]]<br /><b>2.</b> (το θηλυκό ως ουσ.) ἡ [[ἀμφίπολις]]<br />α) [[πόλη]] που έχει και από τις δύο πλευρές της [[ποτάμι]] (τον Στρυμόνα)<br />β) [[πόλη]] [[έτσι]] χτισμένη ώστε να [[είναι]] και ηπειρωτική και παραθαλάσσια (<b>Θουκ.</b> 4, 102).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[πόλις]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀμφίπολις:''' ποιητ. [[ἀμφί]]-πτολις, <i>ὁ</i>, <i>ἡ</i>,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που περικυκλώνει την πόλη, για πόλη που αλώνεται μέσω αποκλεισμού, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> ως θηλ. ουσ., πόλη [[μεταξύ]] [[δύο]] θαλασσών ή ποταμών, σε Θουκ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<b class="num">I.</b> encompassing a [[city]], of a [[city]] taken by [[blockade]], Aesch.<br /><b class="num">II.</b> as fem. Subst. a [[city]] [[between]] two seas or rivers, Thuc.
}}
}}

Latest revision as of 11:40, 3 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφίπολις Medium diacritics: ἀμφίπολις Low diacritics: αμφίπολις Capitals: ΑΜΦΙΠΟΛΙΣ
Transliteration A: amphípolis Transliteration B: amphipolis Transliteration C: amfipolis Beta Code: a)mfi/polis

English (LSJ)

poet. ἀμφίπτολις, ὁ, ἡ,
A encompassing city, ἀνάγκη ἀμφίπτολις A.Ch.75 (lyr.).
II Subst. ἀ., ἡ, city encompassed by a river, as pr. n., Th.4.102, etc.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφίπολις: ποιητ. ἀμφίπτολις, ὁ, ἡ, ὁ περιβάλλων ἢ ἡ περιβάλλουσα πόλιν τινά ἀνάγκη ἀμφίπτολις, necessitas urbi circumdata (Βλωμφ.), ἐπὶ πόλεως ἁλούσης δι’ ἀποκλεισμοῦ, Αἰσχύλ. Χο. 74· πρβλ. ἀμφιτειχής. ΙΙ. ὡς οὐσ. ἀμφίπολις, ἡ μεταξὺ δύο θαλασσῶν ἢ ποταμῶν πόλις, ἴδε Θουκ. 4. 102.

Greek Monolingual

ἀμφίπολις και ποιητ. ἀμφίπτολις, ο, η (Α)
1. αυτός που περιβάλλει μια πόλη
2. (το θηλυκό ως ουσ.) ἡ ἀμφίπολις
α) πόλη που έχει και από τις δύο πλευρές της ποτάμι (τον Στρυμόνα)
β) πόλη έτσι χτισμένη ώστε να είναι και ηπειρωτική και παραθαλάσσια (Θουκ. 4, 102).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + πόλις.

Greek Monotonic

ἀμφίπολις: ποιητ. ἀμφί-πτολις, , ,
I. αυτός που περικυκλώνει την πόλη, για πόλη που αλώνεται μέσω αποκλεισμού, σε Αισχύλ.
II. ως θηλ. ουσ., πόλη μεταξύ δύο θαλασσών ή ποταμών, σε Θουκ.

Middle Liddell

I. encompassing a city, of a city taken by blockade, Aesch.
II. as fem. Subst. a city between two seas or rivers, Thuc.