ἀσφαλίζομαι: Difference between revisions

From LSJ

ἐκτὸς τῆς ἡμετέρας ἐπόψεως → beyond our range of vision

Source
(3)
 
m (Text replacement - "mdlsjtxt=<br />" to "mdlsjtxt=")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀσφᾰλίζομαι:''' Αττ. Μέσ. μέλ. <i>-ιοῦμαι</i>· κάνω [[κάτι]] ασφαλές, [[εξασφαλίζω]], [[διασφαλίζω]], [[σιγουρεύω]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ἀσφᾰλίζομαι:''' Αττ. Μέσ. μέλ. <i>-ιοῦμαι</i>· κάνω [[κάτι]] ασφαλές, [[εξασφαλίζω]], [[διασφαλίζω]], [[σιγουρεύω]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Mid. to make [[safe]], [[secure]], NTest.
}}
}}

Latest revision as of 11:51, 3 March 2024

Greek Monotonic

ἀσφᾰλίζομαι: Αττ. Μέσ. μέλ. -ιοῦμαι· κάνω κάτι ασφαλές, εξασφαλίζω, διασφαλίζω, σιγουρεύω, σε Καινή Διαθήκη

Middle Liddell

Mid. to make safe, secure, NTest.