ἀνθοπλίζω: Difference between revisions

From LSJ

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
(13_1)
(6_13a)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0233.png Seite 233]] dagegen bewaffnen, [[ναῦς]] ἀνθώπλισται Xen. Oec. 8, 12. – Med., sich dagegen waffnen, Hell. 6, 5, 7 u. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0233.png Seite 233]] dagegen bewaffnen, [[ναῦς]] ἀνθώπλισται Xen. Oec. 8, 12. – Med., sich dagegen waffnen, Hell. 6, 5, 7 u. Sp.
}}
{{ls
|lstext='''ἀνθοπλίζω''': μέλλ. -ίσω, [[ὁπλίζω]] [[ἐναντίον]] τινός, χεῖρα μαντικὴν πρὸς μουσικὴν ἀνθώπλισε Νικηφόρ. Ρήτορες τ. 1, σ. 514, 15, ἔκδ. Walz. - «ἀνθώπλισαν· ὥπλισαν» Ἡσύχ.· Ιππεῦσι θ’ ἱππῆς ἦσαν ἀνθωπλισμένοι «ἀντιτεταγμένοι» (Ἡσύχ.), Εὐρ. Ἱκ. 666· ἀνθώπλισται πρὸς τὰ πολέμια πλοῖα Ξεν. Οἰκ. 8. 12: - Μέσ., ὁπλίζομαι καὶ ἐγώ, καὶ αὐτοὶ ἀνθωπλίσαντο Ξεν. Ἑλλ. 6. 5, 7.
}}
}}

Revision as of 09:18, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνθοπλίζω Medium diacritics: ἀνθοπλίζω Low diacritics: ανθοπλίζω Capitals: ΑΝΘΟΠΛΙΖΩ
Transliteration A: anthoplízō Transliteration B: anthoplizō Transliteration C: anthoplizo Beta Code: a)nqopli/zw

English (LSJ)

   A arm against, ἱππεῦσι δ' ἱππῆς ἦσαν ἀνθωπλισμένοι E. Supp.666; ἀνθώπλισται πρὸς τὰ πολέμια πλοῖα X.Oec.8.12:—Med., arm oneself, Id.HG6.5.7.

German (Pape)

[Seite 233] dagegen bewaffnen, ναῦς ἀνθώπλισται Xen. Oec. 8, 12. – Med., sich dagegen waffnen, Hell. 6, 5, 7 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνθοπλίζω: μέλλ. -ίσω, ὁπλίζω ἐναντίον τινός, χεῖρα μαντικὴν πρὸς μουσικὴν ἀνθώπλισε Νικηφόρ. Ρήτορες τ. 1, σ. 514, 15, ἔκδ. Walz. - «ἀνθώπλισαν· ὥπλισαν» Ἡσύχ.· Ιππεῦσι θ’ ἱππῆς ἦσαν ἀνθωπλισμένοι «ἀντιτεταγμένοι» (Ἡσύχ.), Εὐρ. Ἱκ. 666· ἀνθώπλισται πρὸς τὰ πολέμια πλοῖα Ξεν. Οἰκ. 8. 12: - Μέσ., ὁπλίζομαι καὶ ἐγώ, καὶ αὐτοὶ ἀνθωπλίσαντο Ξεν. Ἑλλ. 6. 5, 7.