ἀποσπάς: Difference between revisions

From LSJ

Βουλόμεθα πλουτεῖν πάντες, ἀλλ' οὐ δυνάμεθα → Ditescere omnes volumus, at non possumus → Wir wollen alle reich sein, doch wir können's nicht

Menander, Monostichoi, 64
(13_1)
(6_4)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0325.png Seite 325]] άδος, fem. zu [[ἀποσπάδιος]], abgerissen, Nonn.; ἡ ἀπ., abgerissener Zweig, Ranke, Leon. Tar. 13 (VI, 300).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0325.png Seite 325]] άδος, fem. zu [[ἀποσπάδιος]], abgerissen, Nonn.; ἡ ἀπ., abgerissener Zweig, Ranke, Leon. Tar. 13 (VI, 300).
}}
{{ls
|lstext='''ἀποσπάς''': -άδος, ἡ , ἀπεσπασμένη, ἀποκεχωρισμένη, διωκόμεναι δὲ σιδήρῳ ἄστεος ἐντὸς ἵκανον ἀποσπάδες ἠθάδος ὕλης Νόνν. Δ. 34, 347, κτλ. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., παραφυὰς ἀποκεκομμένη πρὸς φύτευσιν, οὐ μόνον δὲ ἐξ [[ἀποσπάδων]], ἀλλὰ καὶ ἐξ αὐτορίζων κατατίθεται Γεωπ. 10, 23, 3· [[πύξος]] φυτεύεται ἔκ τε [[ἀποσπάδων]] καὶ κορυνῶν 11, 9, κτλ.· [[ἀπόσπασμα]] κλήματος [[μετὰ]] σταφυλῶν, ἢ «ἕνα τσαμπὶ σταφύλια», Ἀνθ. Π. 6. 300· μεταφ., [[βραχίων]] ἢ διακλάδωσις ποταμοῦ, διά τινος ἀποσπάδος τοῦ μεγάλου Ἴστρου Εὐστ. 1712. 6.
}}
}}

Revision as of 10:01, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποσπάς Medium diacritics: ἀποσπάς Low diacritics: αποσπάς Capitals: ΑΠΟΣΠΑΣ
Transliteration A: apospás Transliteration B: apospas Transliteration C: apospas Beta Code: a)pospa/s

English (LSJ)

άδος,ἡ,

   A torn off from, τινός Nonn.D.1.289, al.: metaph., βασσαρίδες ἀποσπάδες ἠθάδος ὕλης ib.34.347, etc.    II as Subst., slip for propagating, Gp.11.9, etc.; vine-branch or bunch of grapes, AP6.300 (Leon.): metaph., branch of a river, Eust.1712.6.

German (Pape)

[Seite 325] άδος, fem. zu ἀποσπάδιος, abgerissen, Nonn.; ἡ ἀπ., abgerissener Zweig, Ranke, Leon. Tar. 13 (VI, 300).

Greek (Liddell-Scott)

ἀποσπάς: -άδος, ἡ , ἀπεσπασμένη, ἀποκεχωρισμένη, διωκόμεναι δὲ σιδήρῳ ἄστεος ἐντὸς ἵκανον ἀποσπάδες ἠθάδος ὕλης Νόνν. Δ. 34, 347, κτλ. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., παραφυὰς ἀποκεκομμένη πρὸς φύτευσιν, οὐ μόνον δὲ ἐξ ἀποσπάδων, ἀλλὰ καὶ ἐξ αὐτορίζων κατατίθεται Γεωπ. 10, 23, 3· πύξος φυτεύεται ἔκ τε ἀποσπάδων καὶ κορυνῶν 11, 9, κτλ.· ἀπόσπασμα κλήματος μετὰ σταφυλῶν, ἢ «ἕνα τσαμπὶ σταφύλια», Ἀνθ. Π. 6. 300· μεταφ., βραχίων ἢ διακλάδωσις ποταμοῦ, διά τινος ἀποσπάδος τοῦ μεγάλου Ἴστρου Εὐστ. 1712. 6.