συναγερμός: Difference between revisions
From LSJ
(a) |
(6_19) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0995.png Seite 995]] ὁ, Sammlung, Poll. 3, 129. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0995.png Seite 995]] ὁ, Sammlung, Poll. 3, 129. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''συναγερμός''': -οῦ, ὁ, τὸ συναγείρειν, συναθροίζειν, [[συναθροισμός]], [[συνάθροισις]], [[Πολυδ]]. Γϳ, 129., Θϳ, 142· ὁ λογισμὸς σ. τῆς μνήμης Πορφύρ. ἐν Στοβ. Ἐκλ. 1. 1036. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:17, 5 August 2017
English (LSJ)
ὁ,
A gathering together, assembling, Poll.3.129, 9.142, Dam.Pr.108,401; ὁ λογισμὸς σ. μνήμης Porph. ap. Stob.1.49.54.
German (Pape)
[Seite 995] ὁ, Sammlung, Poll. 3, 129.
Greek (Liddell-Scott)
συναγερμός: -οῦ, ὁ, τὸ συναγείρειν, συναθροίζειν, συναθροισμός, συνάθροισις, Πολυδ. Γϳ, 129., Θϳ, 142· ὁ λογισμὸς σ. τῆς μνήμης Πορφύρ. ἐν Στοβ. Ἐκλ. 1. 1036.