πυρομέτρης: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἔστιν αἰσχρὸν ἀγνοοῦντα μανθάνειν → there is no shame in, not knowing, inquiring

Source
(b)
(6_19)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0823.png Seite 823]] ὁ, der Weizenmesser, Poll. 7, 18.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0823.png Seite 823]] ὁ, der Weizenmesser, Poll. 7, 18.
}}
{{ls
|lstext='''πῡρομέτρης''': -ου, καὶ -[[μετρητής]], οῦ, ὁ, [[σιτομέτρης]] καὶ πῡρομετρέω, σιτομετρῶ, [[Πολυδ]]. Ζ´, 18. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 292.
}}
}}

Revision as of 10:44, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῡρομέτρης Medium diacritics: πυρομέτρης Low diacritics: πυρομέτρης Capitals: ΠΥΡΟΜΕΤΡΗΣ
Transliteration A: pyrométrēs Transliteration B: pyrometrēs Transliteration C: pyrometris Beta Code: purome/trhs

English (LSJ)

ου, and πῡρο-μετρητής, οῦ, ὁ,

   A one who measures wheat, and πῡρο-μετρέω, measure wheat, Poll.7.18.

German (Pape)

[Seite 823] ὁ, der Weizenmesser, Poll. 7, 18.

Greek (Liddell-Scott)

πῡρομέτρης: -ου, καὶ -μετρητής, οῦ, ὁ, σιτομέτρης καὶ πῡρομετρέω, σιτομετρῶ, Πολυδ. Ζ´, 18. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 292.