ἑτερόχροος: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ μὴ δαρεὶς ἄνθρωπος οὐ παιδεύεται → Male eruditur ille, qui non vapulat → nicht recht erzogen wird ein nicht geschundner Mensch

Menander, Monostichoi, 422
(13_3)
(6_19)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1051.png Seite 1051]] zsgzgn -χρους, von anderer Farbe, verschiedenfarbig, Theophr. u. Sp.; ἑτερόχροα φάσματα Nonn. D. 10, 24, der im dat. u. accus. auch ἑτερόχροϊ u. ἑτερόχροα hat.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1051.png Seite 1051]] zsgzgn -χρους, von anderer Farbe, verschiedenfarbig, Theophr. u. Sp.; ἑτερόχροα φάσματα Nonn. D. 10, 24, der im dat. u. accus. auch ἑτερόχροϊ u. ἑτερόχροα hat.
}}
{{ls
|lstext='''ἑτερόχροος''': -ον, συνηρ. -χρους, -ουν, ἕτερον [[χρῶμα]] ἔχων, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 5. 3, 2, [[Πολυδ]]. Θ΄, 98. 2) ποικιλόχρους, Νόνν. Δ. 5. 186, [[ὅστις]] μεταχειρίζεται ἑτερόκλ. δοτ. καὶ αἰτ. ἑτερόχροϊ, -χροα.
}}
}}

Revision as of 11:07, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑτερόχροος Medium diacritics: ἑτερόχροος Low diacritics: ετερόχροος Capitals: ΕΤΕΡΟΧΡΟΟΣ
Transliteration A: heteróchroos Transliteration B: heterochroos Transliteration C: eterochroos Beta Code: e(tero/xroos

English (LSJ)

ον, contr. ἑτερό-χρους, ουν,

   A of different colour, Thphr.CP 5.3.2; of varied colours, χορὸς ὀρνίθων Nonn.D.5.186: heterocl. dat. and acc. ἑτερόχροϊ, -χροα, ib.12.305, 5.58.    II piebald, βοῦς Porph. Abst.4.7.

German (Pape)

[Seite 1051] zsgzgn -χρους, von anderer Farbe, verschiedenfarbig, Theophr. u. Sp.; ἑτερόχροα φάσματα Nonn. D. 10, 24, der im dat. u. accus. auch ἑτερόχροϊ u. ἑτερόχροα hat.

Greek (Liddell-Scott)

ἑτερόχροος: -ον, συνηρ. -χρους, -ουν, ἕτερον χρῶμα ἔχων, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 5. 3, 2, Πολυδ. Θ΄, 98. 2) ποικιλόχρους, Νόνν. Δ. 5. 186, ὅστις μεταχειρίζεται ἑτερόκλ. δοτ. καὶ αἰτ. ἑτερόχροϊ, -χροα.