οἴμη: Difference between revisions

From LSJ

μισῶ σοφιστὴν ὅστις οὐχ αὑτῷ σοφός → I hate the sage who recks not his own rede, I hate the sage who is not wise for himself, I hate the wise man who is not wise on his own

Source
(6_9)
(Bailly1_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''οἴμη''': ἡ, = [[οἶμος]]· μεταφ., ᾠδή, οἴμας Μοῦσ’ ἐδίδαξε Ὀδ. Θ. 481 θεὸς δέ μοι ἐν φρεσὶν οἴμας παντοίας ἐνέφυσεν Χ. 347· οἴμης τῆς ... [[κλέος]] οὐρανὸν εὐρὺν ἵκανεν Θ. 74· οἴμην δῶκε Φοῖβος τέττιγι, τὴν δύναμιν τοῦ ᾄδειν, Ἀνακρεόντ. 35. 14· οἴμῃ θελγομένους Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 150· αἰνιγμάτων [[οἶμαι]] Λυκόφρ. 11. (Ἴδε ἐν λ. [[οἶμα]].)
|lstext='''οἴμη''': ἡ, = [[οἶμος]]· μεταφ., ᾠδή, οἴμας Μοῦσ’ ἐδίδαξε Ὀδ. Θ. 481 θεὸς δέ μοι ἐν φρεσὶν οἴμας παντοίας ἐνέφυσεν Χ. 347· οἴμης τῆς ... [[κλέος]] οὐρανὸν εὐρὺν ἵκανεν Θ. 74· οἴμην δῶκε Φοῖβος τέττιγι, τὴν δύναμιν τοῦ ᾄδειν, Ἀνακρεόντ. 35. 14· οἴμῃ θελγομένους Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 150· αἰνιγμάτων [[οἶμαι]] Λυκόφρ. 11. (Ἴδε ἐν λ. [[οἶμα]].)
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />marche d’un récit ; récit, poème.<br />'''Étymologie:''' cf. [[οἶμος]].
}}
}}

Revision as of 19:21, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἴμη Medium diacritics: οἴμη Low diacritics: οίμη Capitals: ΟΙΜΗ
Transliteration A: oímē Transliteration B: oimē Transliteration C: oimi Beta Code: oi)/mh

English (LSJ)

ἡ,

   A = οἶμος: metaph., way of song, song, lay, οἴμας Μοῦσ' ἐδίδαξε Od.8.481 ; θεὸς δέ μοι ἐν φρεσὶν οἴμας παντοίας ἐνέφυσεν 22.347 ; οἴμης τῆς . . κλέος οὐρανὸν εὐρὺν ἵκανε 8.74 ; οἴ. δῶκε Φοῖβος τέττιγι power of song, Anacreont.32.14 ; οἴμῃ θελγόμενος A.R.4.150 ; Δήλῳ νῦν οἴμης ἀποδάσσομαι Call.Del.9 ; αἰνιγμάτων οἶμαι Lyc.11.

Greek (Liddell-Scott)

οἴμη: ἡ, = οἶμος· μεταφ., ᾠδή, οἴμας Μοῦσ’ ἐδίδαξε Ὀδ. Θ. 481 θεὸς δέ μοι ἐν φρεσὶν οἴμας παντοίας ἐνέφυσεν Χ. 347· οἴμης τῆς ... κλέος οὐρανὸν εὐρὺν ἵκανεν Θ. 74· οἴμην δῶκε Φοῖβος τέττιγι, τὴν δύναμιν τοῦ ᾄδειν, Ἀνακρεόντ. 35. 14· οἴμῃ θελγομένους Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 150· αἰνιγμάτων οἶμαι Λυκόφρ. 11. (Ἴδε ἐν λ. οἶμα.)

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
marche d’un récit ; récit, poème.
Étymologie: cf. οἶμος.