σύμπλεος: Difference between revisions

From LSJ

ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together

Source
(6_4)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''σύμπλεος''': -α, -ον, [[ὅλως]] [[πλήρης]], τινος, ἔκ τινος πράγματος, ἅπαν τὸ μεταξὺ γῆς τε καὶ οὐρανοῦ πνεύματος σύμπλεόν ἐστι Ἱππ. 296. 35· Ἀττ. σύμπλεως Ξεν. Ἀν. 1. 2, 22 (κατὰ τὰ ἄριστα Ἀντίγραφα ἀντὶ ἔμπλεως).
|lstext='''σύμπλεος''': -α, -ον, [[ὅλως]] [[πλήρης]], τινος, ἔκ τινος πράγματος, ἅπαν τὸ μεταξὺ γῆς τε καὶ οὐρανοῦ πνεύματος σύμπλεόν ἐστι Ἱππ. 296. 35· Ἀττ. σύμπλεως Ξεν. Ἀν. 1. 2, 22 (κατὰ τὰ ἄριστα Ἀντίγραφα ἀντὶ ἔμπλεως).
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />tout plein de, gén..<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[πλέος]].
}}
}}

Revision as of 19:28, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σύμπλεος Medium diacritics: σύμπλεος Low diacritics: σύμπλεος Capitals: ΣΥΜΠΛΕΟΣ
Transliteration A: sýmpleos Transliteration B: sympleos Transliteration C: sympleos Beta Code: su/mpleos

English (LSJ)

a, ον,

   A quite full, τινος of a thing, Hp.Flat.3 cod.M; Att. σύμπλεως X.An.1.2.22.

Greek (Liddell-Scott)

σύμπλεος: -α, -ον, ὅλως πλήρης, τινος, ἔκ τινος πράγματος, ἅπαν τὸ μεταξὺ γῆς τε καὶ οὐρανοῦ πνεύματος σύμπλεόν ἐστι Ἱππ. 296. 35· Ἀττ. σύμπλεως Ξεν. Ἀν. 1. 2, 22 (κατὰ τὰ ἄριστα Ἀντίγραφα ἀντὶ ἔμπλεως).

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
tout plein de, gén..
Étymologie: σύν, πλέος.