δημαρχικός: Difference between revisions
From LSJ
Γνῶμαι δ' ἀμείνους εἰσὶ τῶν γεραιτέρων → Consilia tutiora sunt, quae dant senes → Die Ansichten der Alten haben größren Wert
(6_11) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δημαρχικός''': -ή, -όν, ὁ τῷ δημάρχῳ ἀνήκων, Πλούτ. Κάτ. Νεωτ. 40, Δίων Κ. 54. 28· δημαρχικῆς ἐξουσίας, tribunicia potestate, ὡς [[τίτλος]] τοῦ αὐτοκράτορος, Συλλ. Ἐπιγρ. 320, 1299, 1305, κτλ. | |lstext='''δημαρχικός''': -ή, -όν, ὁ τῷ δημάρχῳ ἀνήκων, Πλούτ. Κάτ. Νεωτ. 40, Δίων Κ. 54. 28· δημαρχικῆς ἐξουσίας, tribunicia potestate, ὡς [[τίτλος]] τοῦ αὐτοκράτορος, Συλλ. Ἐπιγρ. 320, 1299, 1305, κτλ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />de tribun du peuple.<br />'''Étymologie:''' [[δήμαρχος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:37, 9 August 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A tribunician, δέλτοι Plu.Cat.Mi.40; δ. ἐξουσία, = Lat. tribunicia potestas, D.H.6.89, Mon.Anc.Gr.5.18, D.C.54.28: freq. in Inscrr. and Pap., IG3.40, BGU74.3, etc.
German (Pape)
[Seite 561] ή, όν, den Volkstribun betreffend, z. B. ἐξουσία, Dio Cass. 54, 28.
Greek (Liddell-Scott)
δημαρχικός: -ή, -όν, ὁ τῷ δημάρχῳ ἀνήκων, Πλούτ. Κάτ. Νεωτ. 40, Δίων Κ. 54. 28· δημαρχικῆς ἐξουσίας, tribunicia potestate, ὡς τίτλος τοῦ αὐτοκράτορος, Συλλ. Ἐπιγρ. 320, 1299, 1305, κτλ.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
de tribun du peuple.
Étymologie: δήμαρχος.