Ἀλαλκομενηΐς: Difference between revisions
From LSJ
τὸν ἰητρὸν δοκέει μοι ἄριστον εἶναι πρόνοιαν ἐπιτηδεύειν → it appears to me a most excellent thing for the physician to cultivate prognosis
(6_12) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Ἀλαλκομενηΐς''': ΐδος, ἐπίθ. τῆς Ἀθηνᾶς, Ἰλ. Δ. 8., Ε. 908: κατὰ τὸν Ἀρίσταρχ. ἐκ τῆς Βοιωτ. πόλεως Ἀλαλκομεναί, ἀλλὰ [[κάλλιον]] ἐκ τοῦ ἀλαλκεῖν, ἡ προστάτις. Ὑπάρχει καὶ ἀρσ. Ἀλαλκομενεύς, έως, ἐπίθ. τοῦ [[Διός]], Ἐτυμ. Μ. | |lstext='''Ἀλαλκομενηΐς''': ΐδος, ἐπίθ. τῆς Ἀθηνᾶς, Ἰλ. Δ. 8., Ε. 908: κατὰ τὸν Ἀρίσταρχ. ἐκ τῆς Βοιωτ. πόλεως Ἀλαλκομεναί, ἀλλὰ [[κάλλιον]] ἐκ τοῦ ἀλαλκεῖν, ἡ προστάτις. Ὑπάρχει καὶ ἀρσ. Ἀλαλκομενεύς, έως, ἐπίθ. τοῦ [[Διός]], Ἐτυμ. Μ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ΐδος (ἡ) :<br />qui repousse l’ennemi, la déesse protectrice (Athéna).<br />'''Étymologie:''' [[ἀλαλκεῖν]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:40, 9 August 2017
English (LSJ)
ΐδος, epith. of Athena, Il.4.8, 5.908: either from Boeot. town Alalcomenae or (as Aristarch.) from ἀλαλκεῖν, Protectress: —also Ἀλαλκ-ομένη BCH 1.82 (Chios): masc. Ἀλαλκομενεύς, έως, of Zeus, EM56.10.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀλαλκομενηΐς: ΐδος, ἐπίθ. τῆς Ἀθηνᾶς, Ἰλ. Δ. 8., Ε. 908: κατὰ τὸν Ἀρίσταρχ. ἐκ τῆς Βοιωτ. πόλεως Ἀλαλκομεναί, ἀλλὰ κάλλιον ἐκ τοῦ ἀλαλκεῖν, ἡ προστάτις. Ὑπάρχει καὶ ἀρσ. Ἀλαλκομενεύς, έως, ἐπίθ. τοῦ Διός, Ἐτυμ. Μ.
French (Bailly abrégé)
ΐδος (ἡ) :
qui repousse l’ennemi, la déesse protectrice (Athéna).
Étymologie: ἀλαλκεῖν.