ἐκθεραπεύω: Difference between revisions
From LSJ
Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato
(6_7) |
(Bailly1_2) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐκθερᾰπεύω''': ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ [[θεραπεύω]]: 1) ἐντελῶς [[θεραπεύω]], Πολύβ. 3. 88, 1. - Μεσ. ἐντελῶς θεραπεύομαι, [[λαμβάνω]] θεραπείαν, Ἱππ. 374, 55. 2) διὰ θεραπειῶν καθιστῶ τινα φίλον μου, Αἰσχίν. 24. 15, Πλουτ. Σόλων 31. | |lstext='''ἐκθερᾰπεύω''': ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ [[θεραπεύω]]: 1) ἐντελῶς [[θεραπεύω]], Πολύβ. 3. 88, 1. - Μεσ. ἐντελῶς θεραπεύομαι, [[λαμβάνω]] θεραπείαν, Ἱππ. 374, 55. 2) διὰ θεραπειῶν καθιστῶ τινα φίλον μου, Αἰσχίν. 24. 15, Πλουτ. Σόλων 31. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=se concilier à force de soins : τινά τινι qqn par qch (présents, <i>etc.</i>).<br />'''Étymologie:''' [[ἐκ]], [[θεραπεύω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:46, 9 August 2017
English (LSJ)
strengthd. for θεραπεύω: 1 cure perfectly, Plb.3.88.1, Agath.1.15 :—Med., get oneself quite cured, Hp.Vict.3.83. 2 gain over, Aeschin.1.169, D.S.14.19, Plu.Sol.31, PSI6.614.5(iii B.C.), Agath.Praef.p.137D. ; τινὰς φιλανθρωπίαις D.H.5.76 :—Pass., παρὰ τῶν κληρονόμων Cod.Just.1.3.45.6. 3 Pass., to be complied with, Agath.5.10.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκθερᾰπεύω: ἐπιτεταμένον ἀντὶ τοῦ θεραπεύω: 1) ἐντελῶς θεραπεύω, Πολύβ. 3. 88, 1. - Μεσ. ἐντελῶς θεραπεύομαι, λαμβάνω θεραπείαν, Ἱππ. 374, 55. 2) διὰ θεραπειῶν καθιστῶ τινα φίλον μου, Αἰσχίν. 24. 15, Πλουτ. Σόλων 31.
French (Bailly abrégé)
se concilier à force de soins : τινά τινι qqn par qch (présents, etc.).
Étymologie: ἐκ, θεραπεύω.