ἀριστερόφιν: Difference between revisions

From LSJ

τεκμαιρόμενοι προκατηγορίας οὐ προγεγενημένης → deducing from the fact that there was no previous accusation

Source
(6_6)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀριστερόφιν''': Ἐπ. γεν. τοῦ [[ἀριστερός]], ἦ ἐπὶ [[δεξιόφιν]] παντὸς στρατοῦ, ἦ ἀνὰ μέσσους, ἦ ἐπ’ [[ἀριστερόφιν]]; Ἰλ. Ν. 309.
|lstext='''ἀριστερόφιν''': Ἐπ. γεν. τοῦ [[ἀριστερός]], ἦ ἐπὶ [[δεξιόφιν]] παντὸς στρατοῦ, ἦ ἀνὰ μέσσους, ἦ ἐπ’ [[ἀριστερόφιν]]; Ἰλ. Ν. 309.
}}
{{bailly
|btext=<i>gén. épq. de</i> [[ἀριστερός]].
}}
}}

Revision as of 19:49, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀριστερόφιν Medium diacritics: ἀριστερόφιν Low diacritics: αριστερόφιν Capitals: ΑΡΙΣΤΕΡΟΦΙΝ
Transliteration A: aristeróphin Transliteration B: aristerophin Transliteration C: aristerofin Beta Code: a)ristero/fin

English (LSJ)

Ep. gen. of

   A ἀριστερός, ἐπ' ἀ. Il.13.309.

Greek (Liddell-Scott)

ἀριστερόφιν: Ἐπ. γεν. τοῦ ἀριστερός, ἦ ἐπὶ δεξιόφιν παντὸς στρατοῦ, ἦ ἀνὰ μέσσους, ἦ ἐπ’ ἀριστερόφιν; Ἰλ. Ν. 309.

French (Bailly abrégé)

gén. épq. de ἀριστερός.