Δαρεῖος: Difference between revisions

From LSJ

Βίον καλὸν ζῇς, ἂν γυναῖκα μὴ τρέφῃς → Uxorem si non duxis, vives commodeGut ist dein Leben, wenn du keine Frau ernährst

Menander, Monostichoi, 78
(6_14)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Δαρεῖος''': ὁ, [[ὄνομα]] διαφόρων βασιλέων τῆς Περσίας· κατὰ τὸν Ἡρόδ. = τῷ ἑλλ. ἑρξείης (ὅ ἴδε). Εἶναι ἀναμφιβόλως ἑλλην. [[τύπος]] τῆς Περσικῆς λέξεως dar â, [[βασιλεύς]], ἴδε Bähr Ἡρόδ. 6. 98, Ritter Erdkunde, 8. σ. 77. Ὑπάρχουσι καὶ ἄλλοι τύποι Δαρειαῖος ἤ Δαριαῖος Ξεν. Ἑλλ. 2. 18, 19, Κτησ. Περσ. 49, κἑξ. · Δαρῐὰν Αἰσχύλ. Πέρσ. 554, 650· Δαριήκης Στράβων 785.
|lstext='''Δαρεῖος''': ὁ, [[ὄνομα]] διαφόρων βασιλέων τῆς Περσίας· κατὰ τὸν Ἡρόδ. = τῷ ἑλλ. ἑρξείης (ὅ ἴδε). Εἶναι ἀναμφιβόλως ἑλλην. [[τύπος]] τῆς Περσικῆς λέξεως dar â, [[βασιλεύς]], ἴδε Bähr Ἡρόδ. 6. 98, Ritter Erdkunde, 8. σ. 77. Ὑπάρχουσι καὶ ἄλλοι τύποι Δαρειαῖος ἤ Δαριαῖος Ξεν. Ἑλλ. 2. 18, 19, Κτησ. Περσ. 49, κἑξ. · Δαρῐὰν Αἰσχύλ. Πέρσ. 554, 650· Δαριήκης Στράβων 785.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />Darius, <i>nom de plus. rois perses</i>.<br />'''Étymologie:''' Sel. Hérodote = grec ἑρξείης ou mieux ἐρξίης, « l’actif », cf. [[πρακτικός]] ; sel. d’autres du <i>persan</i> darâ = roi.
}}
}}

Revision as of 19:51, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Δᾱρεῖος Medium diacritics: Δαρεῖος Low diacritics: Δαρείος Capitals: ΔΑΡΕΙΟΣ
Transliteration A: Dareîos Transliteration B: Dareios Transliteration C: Dareios Beta Code: *darei=os

English (LSJ)

ὁ, Darius (OPers.

   A Dārayavauš 'upholder of the Good'), name of several kings of Persia; acc. to Hdt.6.98, = Gr. ἐρξίης (q.v.):—also Δαρειαὶος, X.HG2.1.8 and 9, Ctes.Fr.29.49: Δαρῐάν A.Pers.651 (lyr.): Δαριήκης Str.16.4.27.    II a throw of the dice, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

Δαρεῖος: ὁ, ὄνομα διαφόρων βασιλέων τῆς Περσίας· κατὰ τὸν Ἡρόδ. = τῷ ἑλλ. ἑρξείης (ὅ ἴδε). Εἶναι ἀναμφιβόλως ἑλλην. τύπος τῆς Περσικῆς λέξεως dar â, βασιλεύς, ἴδε Bähr Ἡρόδ. 6. 98, Ritter Erdkunde, 8. σ. 77. Ὑπάρχουσι καὶ ἄλλοι τύποι Δαρειαῖος ἤ Δαριαῖος Ξεν. Ἑλλ. 2. 18, 19, Κτησ. Περσ. 49, κἑξ. · Δαρῐὰν Αἰσχύλ. Πέρσ. 554, 650· Δαριήκης Στράβων 785.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
Darius, nom de plus. rois perses.
Étymologie: Sel. Hérodote = grec ἑρξείης ou mieux ἐρξίης, « l’actif », cf. πρακτικός ; sel. d’autres du persan darâ = roi.