διάδετος: Difference between revisions
Νέµουσι δ' οἴκους καὶ τὰ ναυστολούµενα ἔσω δόµων σῴζουσιν, οὐδ' ἐρηµίᾳ γυναικὸς οἶκος εὐπινὴς οὐδ' ὄλβιος → They manage households, and save what is brought by sea within the home, and no house deprived of a woman can be tidy and prosperous
(6_15) |
(Bailly1_1) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διάδετος''': -ον, ([[διαδέω]]) ὁ δενόμενος ἰσχυρῶς, χαλινοὶ διάδετοι (διὰ δὲ τοι Weil.) γενύων ἱππείων, χαλινοὶ ἰσχυρῶς δεδεμένοι εἰς τὰ στόματα τῶν ιππων, Αἰσχύλ. Θήβ. 122· ἠλέκτρῳ δ. Ἡλιόδ. 5. 13· δ. ταινίαις τὰς κόμας Λιβάν. 4. 189. | |lstext='''διάδετος''': -ον, ([[διαδέω]]) ὁ δενόμενος ἰσχυρῶς, χαλινοὶ διάδετοι (διὰ δὲ τοι Weil.) γενύων ἱππείων, χαλινοὶ ἰσχυρῶς δεδεμένοι εἰς τὰ στόματα τῶν ιππων, Αἰσχύλ. Θήβ. 122· ἠλέκτρῳ δ. Ἡλιόδ. 5. 13· δ. ταινίαις τὰς κόμας Λιβάν. 4. 189. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />attaché à travers <i>ou</i> autour.<br />'''Étymologie:''' [[διαδέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:51, 9 August 2017
English (LSJ)
ον,
A bound fast, χαλινοὶ διάδετοι γενῦν ἱππίων bits firm bound through the horse's mouth, A.Th.122(lyr.); δακτύλιος ἠλέκτρῳ δ. τὸν κύκλον adorned with a strip of amber set in .., Hld.5.13; δ. ταινίαις τὰς κόμας Lib.Decl.12.27.
Greek (Liddell-Scott)
διάδετος: -ον, (διαδέω) ὁ δενόμενος ἰσχυρῶς, χαλινοὶ διάδετοι (διὰ δὲ τοι Weil.) γενύων ἱππείων, χαλινοὶ ἰσχυρῶς δεδεμένοι εἰς τὰ στόματα τῶν ιππων, Αἰσχύλ. Θήβ. 122· ἠλέκτρῳ δ. Ἡλιόδ. 5. 13· δ. ταινίαις τὰς κόμας Λιβάν. 4. 189.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
attaché à travers ou autour.
Étymologie: διαδέω.