διόπτης: Difference between revisions

From LSJ

Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst

Menander, Monostichoi, 142
(6_19)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διόπτης''': -ου, ὁ, ὁ διαβλέπων, ὁ τὰ πάντα διορῶν, ὦ Ζεῦ [[διόπτρα]] ! λέγει ὁ Δικαιόπολις, ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 435, ἐγείρων [[ἱμάτιον]] κατεσχισμένον πρὸς τὸ φῶς. ΙΙ. = τῷ προηγ., Εὐρ. Ρήσ. 234.
|lstext='''διόπτης''': -ου, ὁ, ὁ διαβλέπων, ὁ τὰ πάντα διορῶν, ὦ Ζεῦ [[διόπτρα]] ! λέγει ὁ Δικαιόπολις, ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 435, ἐγείρων [[ἱμάτιον]] κατεσχισμένον πρὸς τὸ φῶς. ΙΙ. = τῷ προηγ., Εὐρ. Ρήσ. 234.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br /><b>1</b> qui veille sur toutes choses (ép. de Zeus);<br /><b>2</b> éclaireur, espion.<br />'''Étymologie:''' [[διόψομαι]], v. [[διοράω]].
}}
}}

Revision as of 19:52, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διόπτης Medium diacritics: διόπτης Low diacritics: διόπτης Capitals: ΔΙΟΠΤΗΣ
Transliteration A: dióptēs Transliteration B: dioptēs Transliteration C: dioptis Beta Code: dio/pths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A looker through, ὦ Ζεῦ διόπτα! says Dicaeopolis in Ar.Ach.435, holding up a ragged garment to the light.    II = foreg. 1, E.Rh.234 (lyr.).    III = διόπτρα 1, Hsch.

German (Pape)

[Seite 634] ὁ, dasselbe; στρατιᾶς Eur. Rhes. 234; καὶ ἐρευνητής D. Cass. 78, 14. Bei Ar. Ach. 435 von Zeus, der alles durchschaut, aus Eur.

Greek (Liddell-Scott)

διόπτης: -ου, ὁ, ὁ διαβλέπων, ὁ τὰ πάντα διορῶν, ὦ Ζεῦ διόπτρα ! λέγει ὁ Δικαιόπολις, ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 435, ἐγείρων ἱμάτιον κατεσχισμένον πρὸς τὸ φῶς. ΙΙ. = τῷ προηγ., Εὐρ. Ρήσ. 234.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
1 qui veille sur toutes choses (ép. de Zeus);
2 éclaireur, espion.
Étymologie: διόψομαι, v. διοράω.