παραδοξονίκης: Difference between revisions

From LSJ

Ὅπου βία πάρεστιν, οὐ σθένει νόμος → Quo vis irrumpit, ibi nihil leges valent → Da, wo Gewalt obherrscht, ist kein Gesetz in Kraft

Menander, Monostichoi, 409
(6_3)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''παραδοξονίκης''': [ῑ], -ου, ὁ, ὁ παραδόξως νικῶν (ὅρα [[παράδοξος]] ΙΙ. 2), Πλουτ. Κίμ. κ. Λουκούλλ. σύγκρ. 2, Συλλ. Ἐπιγραφ. 5804. 6.
|lstext='''παραδοξονίκης''': [ῑ], -ου, ὁ, ὁ παραδόξως νικῶν (ὅρα [[παράδοξος]] ΙΙ. 2), Πλουτ. Κίμ. κ. Λουκούλλ. σύγκρ. 2, Συλλ. Ἐπιγραφ. 5804. 6.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />vainqueur contre toute attente <i>ou</i> d’une manière extraordinaire.<br />'''Étymologie:''' [[παράδοξος]], [[νίκη]].
}}
}}

Revision as of 20:05, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραδοξονίκης Medium diacritics: παραδοξονίκης Low diacritics: παραδοξονίκης Capitals: ΠΑΡΑΔΟΞΟΝΙΚΗΣ
Transliteration A: paradoxoníkēs Transliteration B: paradoxonikēs Transliteration C: paradoksonikis Beta Code: paradoconi/khs

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ,

   A conquering marvellously, Plu.Comp. Cim.Luc.2; esp. of athletes, = παράδοξος 11, IG14.747 (Naples, ii A. D.).

German (Pape)

[Seite 477] ὁ, wider Erwarten siegend, von Einem, der an demselben Tage in der πάλη und im παγκράτιον siegte, Plut. Comp. Cim. et Lucull. 2.

Greek (Liddell-Scott)

παραδοξονίκης: [ῑ], -ου, ὁ, ὁ παραδόξως νικῶν (ὅρα παράδοξος ΙΙ. 2), Πλουτ. Κίμ. κ. Λουκούλλ. σύγκρ. 2, Συλλ. Ἐπιγραφ. 5804. 6.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
vainqueur contre toute attente ou d’une manière extraordinaire.
Étymologie: παράδοξος, νίκη.